Για τον ξανθό τενόρο του Ες Άϊνς (S1)
Από τα πρώτα γρατζουνίσματα
αναγνωρίζω τον ξανθό ψηλό τενόρο. Θα πρέπει να είναι Γερμανός…
Η πόρτα του S-Bahn μοιάζει να
κλείνει πάντα πιο αποφασιστικά όταν εκείνος την περάσει για να εισέλθει, και
μόλις λάβει το σήμα αυτό, τότε ξεκινά τον μελαγχολικό σκοπό του.
Χαμογελώ όταν ακούω τις πρώτες
νότες της φωνής του. Τα πρώτα γρατζουνίσματα, τους πρώτους στίχους της οπερέτας,
που απαγγέλει σχεδόν. Γι’ αυτό με κέρδισε, αφού απαγγέλει τραγουδώντας.
Καταφέρνει να μ' οδηγήσει στην όπερα της ψυχής του, να αισθανθώ τον πόνο που
εκφράζει το ακαταλαβίστικο τραγούδι του, το ρίγος από την γνήσια φωνή ενός
τενόρου…
Και τότε το χαμόγελο δεν αργεί να
συσπαστεί, και να συνδυαστεί μ' ατέλειωτες εικόνες παραπόνων -και πόνων- υπό
τους ήχους του ψηλού ξανθού τενόρου. Σίγουρα θα είναι Γερμανός, γιατί κοιτάζει
αυστηρά την κιθάρα του, και τραγουδάει ακόμη πιο αυστηρά, με πειθαρχία τις
νότες του.
Λίγο πριν από το φινάλε του, θα
μου βγούνε πάλι εκείνα τα βαρύτονα δάκρυα, σαν ανακούφιση ότι ακόμη είμαι ζωντανός,
και ότι δεν χάθηκα σ' αυτό το απρόσωπο χάος. Μα σαν και απελπισία, επειδή θα αναγκαστώ
και σήμερα να ξεγελάσω την τέχνη του με λίγα μόλις σεντς...
Εκείνος θα χαμογελάσει εγκάρδια
με αυτή μου τη χειρονομία, ενώ εγώ σαν
έρθει ο σταθμός μου και κατέβω, θα σηκωθώ να φύγω πάλι κάπως πιο δυστυχισμένος.
Στέλιος Χαραλαμπίδης
Από την «Ανθολογία της ξενιτιάς»
Copyright © 2013
ωραιο το ποιημα αδερφε,να εισαι καλα και να προσεχεις εκει στα βορεια μερη,τα χαιρετισματα μου
ΑπάντησηΔιαγραφή