Σάββατο 23 Ιουνίου 2012
Τῆς ζωῆς τὰ ρόδα- Τέλος Άγρας
Τῆς ζωῆς τὰ ρόδα
Νά το, ἀψηλὰ κι ἀπὸ μακρυά,
τὸ παραμύθι τοῦ βορριᾶ!
μὲς τὰ τετράγωνα τὰ μόνα
τὸ παραμύθι τοῦ χειμῶνα.
τὸ παραμύθι τοῦ βορριᾶ!
μὲς τὰ τετράγωνα τὰ μόνα
τὸ παραμύθι τοῦ χειμῶνα.
Κι ἐγὼ τοῦ δρόμου τὸ θολὸ
τὸ μαῦρο σύννεφο φιλῶ
κι εἶμαι, στὰ τρίστρατα τὰ μόνα
τὸ παραμύθι τοῦ χειμῶνα.
τὸ μαῦρο σύννεφο φιλῶ
κι εἶμαι, στὰ τρίστρατα τὰ μόνα
τὸ παραμύθι τοῦ χειμῶνα.
Νά το ἀψηλά, νά το μακρυὰ
τὸ παραμύθι τοῦ βορριᾶ!
Ποῦ θά ῾βρω ἐδῶθε, ἄχ! πές μου ξένε,
τὴ ζέστα, ἀγάπη ποὺ τὴ λένε;
τὸ παραμύθι τοῦ βορριᾶ!
Ποῦ θά ῾βρω ἐδῶθε, ἄχ! πές μου ξένε,
τὴ ζέστα, ἀγάπη ποὺ τὴ λένε;
Ο Διονύσης Καψάλης για τον Κωνσταντίνο Π. Καβάφη
***
Για τον Καβάφη, 1863-1933
Νερά της Κύπρου, της Συρίας, της Αιγύπτου,
αγαπημένα της πατρίδας του νερά,
ελάτε κι ακουμπήστε το τραγούδι σας
σεμνά στα πόδια του νεκρού' εδώ κοιμάται
ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, ποιητής
από την Αλεξάνδρεια. Δεν θα ξυπνήσει
ν' ακούσει το τραγούδι σας, δεν θα ξανάρθει.
Έφυγε μέσα στη σιωπή, αυτός που τόσο
το λόγο αγάπησε και μίλησε ωραία,
τόσο κοντά μας πάντα κι όμως τόσο ξένος.
Μεγάλα κι άφοβα κι αόρατα φτερά
τον συνοδεύουν ως την άλλη πολιτεία.
Δέξου το σώμα του εσύ, γη Αιγύπτια.
Νερά της Κύπρου, της Συρίας, της Αιγύπτου,
αγαπημένα της πατρίδας του νερά,
ελάτε κι ακουμπήστε το τραγούδι σας
εδώ στον τάφο του Καβάφη. Δεν υπάρχει
άλλος στον κόσμο ποιητής πιο τιμημένος.
Για τον Καβάφη, 1863-1933
Νερά της Κύπρου, της Συρίας, της Αιγύπτου,
αγαπημένα της πατρίδας του νερά,
ελάτε κι ακουμπήστε το τραγούδι σας
σεμνά στα πόδια του νεκρού' εδώ κοιμάται
ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, ποιητής
από την Αλεξάνδρεια. Δεν θα ξυπνήσει
ν' ακούσει το τραγούδι σας, δεν θα ξανάρθει.
Έφυγε μέσα στη σιωπή, αυτός που τόσο
το λόγο αγάπησε και μίλησε ωραία,
τόσο κοντά μας πάντα κι όμως τόσο ξένος.
Μεγάλα κι άφοβα κι αόρατα φτερά
τον συνοδεύουν ως την άλλη πολιτεία.
Δέξου το σώμα του εσύ, γη Αιγύπτια.
Νερά της Κύπρου, της Συρίας, της Αιγύπτου,
αγαπημένα της πατρίδας του νερά,
ελάτε κι ακουμπήστε το τραγούδι σας
εδώ στον τάφο του Καβάφη. Δεν υπάρχει
άλλος στον κόσμο ποιητής πιο τιμημένος.
Απόσπασμα από την '' Βάρδια'' του Νίκου Καββαδία.
"-Είπες κάτι για τις γυναίκες.
- Ναι. Τις φοβάμαι.
- Όλοι, λίγο πολύ τις φοβόμαστε. Ετούτες μάλιστα στα λιμάνια.
- Ετούτες είν' οι καλύτερες. Ποιος πήρε ποτές αρρώστια από "σπίτι"; Γιατί τις λένε καθαρές; Γιατί πλένουνται μόλις τελειώσουνε τη δουλειά. Θυμάμαι μια τέτοια, ένα βράδυ στο Λας Βέγκας. Έβγαλα το πουκάμισό μου. Η φανέλα μου η εσωτερικιά ήταν σκισμένη, κουρέλι. Τράβηξα τη γυναίκα να τη χαϊδέψω. "-Στάσου, μου 'πε, μη βιάζεσαι"...
- Ναι. Τις φοβάμαι.
- Όλοι, λίγο πολύ τις φοβόμαστε. Ετούτες μάλιστα στα λιμάνια.
- Ετούτες είν' οι καλύτερες. Ποιος πήρε ποτές αρρώστια από "σπίτι"; Γιατί τις λένε καθαρές; Γιατί πλένουνται μόλις τελειώσουνε τη δουλειά. Θυμάμαι μια τέτοια, ένα βράδυ στο Λας Βέγκας. Έβγαλα το πουκάμισό μου. Η φανέλα μου η εσωτερικιά ήταν σκισμένη, κουρέλι. Τράβηξα τη γυναίκα να τη χαϊδέψω. "-Στάσου, μου 'πε, μη βιάζεσαι"...
Γουάλας Στίβενς- Περί της επιφάνειας των πραγμάτων
Περί της επιφάνειας των πραγμάτων
Ι
Στην κάμαρά μου, ο κόσμος είναι πέρα απ' ό,τι μπορώ να καταλάβω·
Αλλά όταν περπατάω βλέπω πως τον αποτελούν τρεις-τέσσερις
λόφοι κι ένα σύννεφο.
ΙΙ
Απ' το μπαλκόνι μου, επιθεωρώ τον κίτρινο αέρα,
Διαβάζοντας εκεί που έχω γράψει,
«Η άνοιξη είναι σαν μια ωραία που γδύνεται»
ΙΙΙ
Το χρυσωπό δέντρο είναι μπλε,
Ο τραγουδιστής έχει τραβήξει τον μανδύα του πάνω απ' το κεφάλι.
Το φεγγαράκι είναι μες στις πτυχώσεις του μανδύα.
μετάφραση: Μαρία Θεοφιλάκου
ΕΜΜΟΝΗ ΤΟΥ ΧΘΕΣ- Δημήτρη Π. Κρανιώτη
Η μουσική
χτυπά αλύπητα
τη σκέψη μου
με νότες μελαγχολίας,
μα η ψυχή μου θέλει
όσο ποτέ άλλοτε
να χορέψει
με τα φωνήεντα
του "Άξιον Εστί".
Τι θέλεις από μένα
γλυκιά εμμονή του χθες;
Άσε το πρώτο σκαλί
της απορίας
και φτάσε μ’ ένα τώρα
στην κορφή της λύτρωσης.
Το μέλλον πλησιάζει,
όσο κι αν με δένεις
μακριά του.
Χαράζει
στο μάρμαρο της νιότης
με στάλες κόκκινου κρασιού,
τα "σ’ αγαπώ" της άνοιξης.
Χαράζει
στο γυαλί της μοναξιάς
με μολύβια πράσινα,
τα χίλια χρώματα του "δεν",
που θέλω ν’ αγκαλιάσω.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΚΡΑΝΙΩΤΗΣ
(από την ποιητική συλλογή "Νοητή Γραμμή", 2005)
Το είδαμε στο Παράθυρο στα όνειρα
Τυχερός - Κώστας Βάρναλης
Ἀνεμοδέρνουν μέρα νύχτα ἀπάνου
σὲ στύλους σταυροσήμαδα φτερά σου,
νὰ γελιέσαι πὼς εἶν᾿ Ἑλλάδα ὁ τόπος.
Μὰ δίπλα τ᾿ ἀγκαλιάζει νὰ τὰ σπάσει
τοῦ ξένου ἡ ἀστερομάτισσα κατάρα.
Ἂν φαρμάκωνε μόνη τὸν ἀέρα,
ἴσως, ραγιᾶ νὰ ξύπναες κάποιαν ὥρα:
«Στὴ χώρ᾿ αὐτὴ ποὺ τήνε λέω δικιά μου
ξένος εἶμαι καὶ τυχερὸς ποὺ ζῶ!»
Πηγή
Κάθε πρωΐ - Μανόλης Ἀναγνωστάκης
Κάθε πρωὶ
Καταργοῦμε τὰ ὄνειρα
Χτίζουμε μὲ περίσκεψη τὰ λόγια
Τὰ ροῦχα μας εἶναι μιὰ φωλιὰ ἀπὸ σίδερο
Κάθε πρωὶ
Χαιρετᾶμε τοὺς χθεσινοὺς φίλους
Οἱ νύχτες μεγαλώνουν σὰν ἁρμόνικες
-Ἦχοι, καημοί, πεθαμένα φιλιά.
(Ἀσήμαντες ἀπαριθμήσεις
-Τίποτα, λέξεις μόνο γιὰ τοὺς ἄλλους.
Μὰ ποῦ τελειώνει ἡ μοναξιά;)
Πηγή
Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012
Το μοντέλο - Γιάννης Σκαρίμπας
Πού τήν είδα; Συλλογίζομαι άν στούς δρόμους
τήν αντίκρυσα ποτές μου ή στ' αστέρια,
τούς χυτούς της φέρνει η ιδέα μου τούς ώμους
δίχως χέρια!
τήν αντίκρυσα ποτές μου ή στ' αστέρια,
τούς χυτούς της φέρνει η ιδέα μου τούς ώμους
δίχως χέρια!
Δίχως χέρια . . . Τό μάτι της γυαλένιο
άς μή μ' έβλεπε – μ' εθώρει κι ήταν τ' όντι
ρόδο ψεύτικο τό γέλιο της – κερένιο –
καί τό δόντι.
Τήν στοχάζομαι. Η φωνή της, λές, μού εμίλει
ριγηλή σάν μέσ' σέ όνειρο – και τ' όμμα
ήταν σφαίρα. Σπασμός τρίγωνος τά χείλη
καί τό στόμα.
Νάρκισσος - Γιώργος Ζησιμόπουλος
Δεν είμαι εγώ αυτός
που σπέρνει στις όχθες του Γάγγη.
Δεν είμαι ζωντανός μήτε πεθαμένος.
Πορφυρωμένος την αυλωδία
της φλογισμένης σάρκας
την εντάφια υδρία
των αποκεφαλισμένων στεναγμών υψώνω
και τα δάκρυα, θυμούμαι
τα δάκρυα ν' αναβλύζουν την
όραση των Εραστών.
Πηγή
Δέκα χιλιάδες αυγές (αποσπάσματα) - Ιβάν Γκολλ
Είσαι άπιαστη
Σαν ένα ρυάκι
Στις τούφες του
δυόσμου!…
Τ’ αστέρια ανάβουν όταν με
κοιτάς.
Μου ανήκεις
Όπως το μάτι ανήκει στο
πρόσωπο…
Αλλά μου ξεφεύγεις,
φεύγεις
Σαν ήχος του μαντολίνου
μου
Άπιαστη
Ώ, έρωτά μου, ώ ζωή μου.
Πηγή: http://www.psyche.gr/keim.poiisi.htm
Πηγή: http://www.psyche.gr/keim.poiisi.htm
Λήθη - Λορέντζος Μαβίλης
Καλότυχοι οἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε
τὴν πίκρια τῆς ζωῆς. Ὅντας βυθίσει
ὁ ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ἀκλουθήσει,
μὴν τοὺς κλαῖς, ὁ καημός σου ὅσος καὶ νἆναι.
Τέτοιαν ὥρα οἱ ψυχὲς διψοῦν καὶ πᾶνε
στῆς λησμονιᾶς τὴν κρουσταλλένια βρύση·
μὰ βοῦρκος τὸ νεράκι θὰ μαυρίσει,
ἂ στάξει γι᾿ αὐτὲς δάκρυ ὅθε ἀγαπᾶνε.
Κι ἂν πιοῦν θολὸ νερὸ ξαναθυμοῦνται.
Διαβαίνοντας λιβάδια ἀπὸ ἀσφοδύλι,
πόνους παλιούς, ποὺ μέσα τους κοιμοῦνται.
Ἂ δὲ μπορεῖς παρὰ νὰ κλαῖς τὸ δείλι,
τοὺς ζωντανοὺς τὰ μάτια σου ἂς θρηνήσουν:
Θέλουν μὰ δὲ βολεῖ νὰ λησμονήσουν.
Πηγή
Μαξ Κύων (έργα αναγνωστών)
Εφέτο δεν θα ιδούμε θάλασσα
απ' απόψε η ψυχή μας θα 'ναι αυτή
που θα μας φέρνει κύματα
και του καιρού την ξενιτιά.
Βαλσαμωμένος θα 'ναι ο πόθος
επάνω στη παρατημένη πρίμα
κι όποιες φωνές ακούγονται
θα ναν' τα βάσανα του χτες.
Κι αν το καράβι της ζωής
στεριά δεν έχει να δεθεί,
τότε το πέρασμα του χρόνου
ίσως χαμένους να μας βρει.
Μαρία Πολυδούρη-
ΟΝΕΙΡΟ
Ἄνθη μάζευα γιὰ σέναστὸ βουνὸ ποὺ τριγυρνοῦσα.
Χίλια ἀγκάθια τὸ καθένα
κι᾿ ὅπως τἄσφιγγα πονοῦσα.
Νὰ περάσης καρτεροῦσα
στὸ βορηὰ τὸν παγωμένο
καὶ τὸ δῶρο μου κρατοῦσα
μὲ λαχτάρα φυλαγμένο
στὴ θερμὴ τὴν ἀγκαλιά μου.
Ὅλο κοίταζα στὰ μάκρη.
Ἡ λαχτάρα στὴν καρδιά μου
καὶ στὰ μάτια μου τὸ δάκρι...
Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων.
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Χί-
μαιρας
Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!
Που είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυο-
σμαρίνια...
ΖΩ- Εύη Γκάλαβου
ΖΩ
Σήμερα ζω
γεύομαι
αισθάνομαι
νιώθω
ερωτεύομαι
και πεθαίνω
για ν' αναστηθώ,
μέσα στον χείμαρρο
των αισθημάτων.
Στην πιο γλυκιά προσμονή
γεννιέμαι και πολλαπλασιάζομαι,
θεριεύω
γίνομαι λάβα
καυτή
που καίω κάθε κύτταρο.
Για να σβήσει μονάχα
απ΄τη δροσιά
του κορμιού σου.
Στα ηδονικά σκαλοπάτια
ανέβα, φιλώντας τα ένα-ένα.
Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012
Ναυάγια - Ανδρέας Καρκαβίτσας
Μόλις αράξαμε στη Στένη, ο καπετάν Ξυρίχης πήρε τη βάρκα κι έτρεξε στο τηλεγραφείο. Δυο ημέρες τώρα δεν ήβρεσκε ησυχία. Τριάντα μίλια έξω από το Μπουγάζι αντάμωσε τον «Αρχάγγελο», το μπάρκο του, που ήταν μέσα κυβερνήτης και γραμματικός τα δυο του αδέρφια. Δεν πρόφτασαν να καλοχαιρετηθούν, να ειπούν για το φορτίο και το ναύλο τους και τους χώρισε ο χιονιάς. Κατόρθωσε τέλος να ορθοπλωρίσει το δικό μας και ολάκερο ημερονύχτι θαλασσοδαρθήκαμε στ' ανοιχτά. Μα όταν μπήκε στο Βόσπορο, ρώτησε όλους τους βαρκάρηδες, τους πιλότους, ακόμη τους κουμπάρους και τις κουμπάρες· αλλά τίποτε δεν έμαθε για τον «Αρχάγγελο». Τι να έγινε; Φυλάχτηκε πουθενά; Πρόφτασε να ορθοπλωρίσει κι εκείνος ή έπεσε απάνω στους βράχους; Κι αν τσακίστηκε το μπάρκο, σώθηκαν τουλάχιστον τ' αδέρφια του; Όλο τέτοια συλλογίζεται κι έχει συγνεφωμένο το μέτωπο, τρέμουλο έχει στην καρδιά.
'Οταν έφτασε στο τηλεγραφείο, ξέχασε μια στιγμή τον πόνο του εμπρός στον πόνο των αλλωνών. Κάτω στην αυλή, απάνω στις σαρακωμένες σκάλες και παραπάνω στ' ασάρωτα πατώματα κόσμος σαν αυτόν ανήσυχος· γυναίκες, άντρες, παιδιά πρόσμεναν να μάθουν από το σύρμα την τύχη των δικών τους. Κι εκείνο σώριαζε με την ταρναριστή φωνή του ακατάπαυστα θλίψη. Ονόμαζε πνιγμούς, μετρούσε θανάτους, έλεγε ναυάγια, περιουσίας χαμούς, συνέπαιρνε χαρές κι ελπίδες σαν δρόλαπας. Και κάθε λίγο απάνω στα πατώματα, στις σκάλες κάτω και παρακάτω στην αυλή θρήνοι α-κούονταν, κορμιά έπεφταν λιπόθυμα, φωτιά κυλούσε το δάκρυ.
Federico Garcia Lorca- Το μουγκό παιδί
Το μουγκό παιδί
Το παιδί ζητάει τη φωνή του.
(Την έχει ο βασιλιάς των γρύλων.)
Σε μια σταγόνα του νερού
το παιδί ζητάει τη φωνή του.
Δεν τη θέλω για να κουβεντιάσω
Δαχτυλιδάκι θα την κάνω
που η σιωπή μου θα το βάλει
στο πιο μικρό της δάχτυλο.
Σε μια σταγόνα του νερού
Το παιδί ζητάει τη φωνή του
(Μακρυά η φωνή φυλακισμένη
το ρούχο φόρεσε ενός γρύλου.)
μτφ: Τάκης Βαρβιτσιώτης
(Την έχει ο βασιλιάς των γρύλων.)
Σε μια σταγόνα του νερού
το παιδί ζητάει τη φωνή του.
Δεν τη θέλω για να κουβεντιάσω
Δαχτυλιδάκι θα την κάνω
που η σιωπή μου θα το βάλει
στο πιο μικρό της δάχτυλο.
Σε μια σταγόνα του νερού
Το παιδί ζητάει τη φωνή του
(Μακρυά η φωνή φυλακισμένη
το ρούχο φόρεσε ενός γρύλου.)
μτφ: Τάκης Βαρβιτσιώτης
Το είδαμε εδώ
Καλοκαίρι του 1969, Σέι Μους Χήνυ
Όταν η Χωροφυλακή κάλυπτε τον όχλο
Που πυροβολούσε στους Καταρράκτες , εγώ υπέφερα
Μόνο τον δυνάστη ήλιο της Μαδρίτης.
Κάθε απόγευμα, στην ζέστη κατσαρόλας
Του διαμερίσματος, καθώς μοχθούσα να περάσω μέσα από
Την ζωή του Τζοις, δυσωδίες από την ψαραγορά
Έβγαιναν όπως η αναθυμίαση ενός λιναρο-φράγματος.
Τη νύχτα στο μπαλκόνι, κόκκινη χροιά του οίνου,
Μια αίσθηση παιδιών στις σκοτεινές γωνίες τους,
Ηλικιωμένες γυναίκες σε μαύρα σάλι κοντά σε ανοικτά παράθυρα,
Ο αέρας ένα φαρράγι που κυλά στα Ισπανικά.
Μιλήσαμε για τον γυρισμο στην πατρίδα περνώντας από πεδιάδες με αστροφεγγιά
Όπου το ευδιάκριτο δερμάτινο της Πολιτικής Φρουράς
'Αστραφτε όπως κοιλιές ψαριών στα λιναρό-δηλητηριασμένα νερά.
"Πήγαινε πίσω", ένας είπε, προσπάθησε να αγγίξεις τον λαό."
Και άλλος ένας εκλιπαρών Λόρκα από το λόφο του...
Που πυροβολούσε στους Καταρράκτες , εγώ υπέφερα
Μόνο τον δυνάστη ήλιο της Μαδρίτης.
Κάθε απόγευμα, στην ζέστη κατσαρόλας
Του διαμερίσματος, καθώς μοχθούσα να περάσω μέσα από
Την ζωή του Τζοις, δυσωδίες από την ψαραγορά
Έβγαιναν όπως η αναθυμίαση ενός λιναρο-φράγματος.
Τη νύχτα στο μπαλκόνι, κόκκινη χροιά του οίνου,
Μια αίσθηση παιδιών στις σκοτεινές γωνίες τους,
Ηλικιωμένες γυναίκες σε μαύρα σάλι κοντά σε ανοικτά παράθυρα,
Ο αέρας ένα φαρράγι που κυλά στα Ισπανικά.
Μιλήσαμε για τον γυρισμο στην πατρίδα περνώντας από πεδιάδες με αστροφεγγιά
Όπου το ευδιάκριτο δερμάτινο της Πολιτικής Φρουράς
'Αστραφτε όπως κοιλιές ψαριών στα λιναρό-δηλητηριασμένα νερά.
"Πήγαινε πίσω", ένας είπε, προσπάθησε να αγγίξεις τον λαό."
Και άλλος ένας εκλιπαρών Λόρκα από το λόφο του...
Λάμπρος Πορφύρας- Χειμωνιάτικα Δέντρα
Χειμωνιάτικα Δέντρα
Τὰ σκοτεινὰ φυλλώματα τὰ πεῦκα ἀργοσαλεύουν,σὰ ρασοφόροι στὸ βουνὸ ποὺ μάχονται ν᾿ ἀνέβουν,
κι ὁ θλιβερός τους ὁ ψαλμὸς στ᾿ ἄδεια βογγάει λαγκάδια
σὰ μουσικὸς ἀντίλαλος ἀπὸ βαθιὰ πηγάδια.
Μαζί τους κάτι ὁλόγυμνα κλαριὰ δὲν ἀποσταίνουν
τρελλὰ μιὰ χειμωνιάτικη καμπάνα νὰ σημαίνουν,
ὅπου τὰ γέρνει ὁ ἄνεμος γέρνουν, σημαίνουν, δίχως
ἀπ᾿ τὸ βουβό τους σήμαντρο ποτὲ νὰ βγαίνει ὁ ἦχος...
Word Chimes- I just want to be a woman...
Το άρωμα της...
Οσμή απο παράδεισο και κόλαση.
Το σέρνει στο διάβα της, μεθοκοπάει αγγέλους και ξυπνάει δαιμόνια.
Μια Έυα σαν όλες τις άλλες.
Χείλη που γλυκοφιλούν και δηλητηριάζουν...
Word Chimes
Ἡ μαϊμοὺ τοῦ ἰνδικοῦ λιμανιοῦ - Νίκος Καββαδίας
Κάποτε, σ᾿ ἕνα μακρινὸ λιμάνι τοῦ Ἰνδικοῦ,
δίνοντας μία πολύχρωμη μεταξωτὴ γραβάτα
σ᾿ ἕναν ἀράπη, μία μικρὴν ἀγόρασα μαϊμοὺ
μὲ μάτια γκρίζα, σκοτεινὰ καὶ πονηρία γεμᾶτα.
Ἕνα τσιμπούκι δάγκωνε στὸ στόμα της χοντρὸ
καὶ τό ῾βγαζε ὅταν ἤθελε μονάχα νὰ φυσήσει
ἕναν καπνὸ πολὺ βαρύ, πού, ὡς μοῦ ῾πε ὁ πουλητής,
ἦταν ὀπίου, ποὺ ἀπὸ μικρὴ τὴν εἶχε συνηθίσει.
Τὶς πρῶτες μέρες μοναχὴ στῆς πλώρης μία γωνιά,
ξερνοῦσε καὶ μὲ κοίταζε βουβὴ καὶ λυπημένη,
μὰ σὰν ἐπέρασε καιρός, ἐρχόταν μοναχὴ
κι ὧρες πολλὲς στὸν ὦμο μου ξεχνιόταν καθισμένη.
Αναληψη- Στέλα Μιτσιού
Ανεβαινοντας στον ουρανο
Ακουσα το κλαμα της..
Η γυναικα με τα μαυρα
Ακουμπισμενη με τους αγκωνες
Στο οριζοντιο καγκελο του μπαλκονιου
Τη γλυκα ρουφουσε του δειλινου
Αγελαστη…
Φτερουγωντας περασα πλαι της
Και στην κορυφη της ευκαλυπτου
Λικνιστηκα για λιγο …
Και παλι χτυπωντας τα ποδια μου
Στα ροδινα νερα του ηλιοβασιλεματος
Πηρα υψος αποτομα..
Εσπασα το σπαγγο μου…
Αναληφθηκα.
Μεσογειακή Ράχη κι ένα σκίτσο από τον Νίκο Λυγερό...
Αν ξέρεις για το φως
του Καυκάσου,
πρέπει να μάθεις
για τον άλλο αγώνα
που βρίσκεται
στο βάθος του γαλάζιου
εδώ και αιώνες
για ν' ανακαλύψουμε
το φως της θάλασσας
που θα δώσει
το μέλλον στο λαό
που αντέχει
για να ζήσουν ελεύθεροι
οι άνθρωποι του Προμηθέα.
Δείτε το σκίτσο Tenue de faucon maltais. (Feutre sur cahier) που συνοδεύει το ποίημα σε μεγέθυνση...
Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012
Καληνύχτα, με ένα θρυλικό τραγούδι των Pink Floyd!
Hey you, don't tell me there's no hope at all
Together we stand, divided we fall.
Πρωί στον Καύκασο - Μιχαήλ Γιούρεβιτς Λέρμοντοβ
Ξημερώνει - άγριοι άνεμοι της σαβάνας
Γύρω από τα δασώδη βουνά η ομίχλη της νύχτας ,
Ακόμη στους πρόποδες του Καυκάσου γαλήνη ,
Το κοπάδι σιωπά , ένα ποτάμι κελαρύζει .
Να , στο βράχο η νεογέννητη αχτίδα
Ρόδισε ξαφνικά , κομμένη ανάμεσα στο σύννεφο
Και το τριανταφυλλί πάνω στο ποταμάκι και στις σκηνές
Ξεχώρισε η λάμψη και φωτίζει εδώ κι εκεί :
Τα κορίτσια λούζονται στις σκιές ,
Όταν βλέπουν τους νιους ,
Όλες ομορφαίνουν , σκύβοντας το βλέμμα στη γη :
Μα καθώς τρέχουν , αν πλησίαζε ο αγαπημένος κλέφτης !..
Πηγή: http://www.fryktories.gr/article/rosiki-poiisi
Πηγή: http://www.fryktories.gr/article/rosiki-poiisi
Τα γκολπόστ - Νίκος Εγγονόπουλος
Άκουγε τις καμπάνες που βαρούν
και τ’ ορειχάλκου τις δονήσεις
όπου τρυπάν τον καθαρό
-του κυριακάτικου πρωινού-
αγέρα
άραγες οι καμπάνες τι να μηνούν;
θα τις ακολουθήσουν μήπως
ύμνοι τραγούδια χαρές
ή πολυβόλα θ’ αντηχήσουνε
απαίσια
να σπείρουνε
τον όλεθρο ολούθε;
ένα σας λέω:
όλοι να τρέξουμε αμέσως
στα γκολπόστ
παιδιά!
στα γκολπόστ!
στα γκολποστ
άγρυπνοι
-ακοίμητοι φρουροί-
πανέτοιμοι
το μάτι εδώ εκεί
να γρηγορούμε
μην αρχίσουνε να πέφτουνε
τα τέρματα
βροχή
και
ηττηθούμε.
Πηγή: http://www.i-reportergr.com/2010/06/14-1.html
Συμπληγάδες Συγκρίσεις - Κική Δημουλά
Περιμένω. Σὲ φουαγιὲ θεάτρου.
Ὥσπου ν᾿ ἀρχίσει ἡ παράσταση
βλέπω τί παίζεται πλαγίως
ἐντὸς ἐνυδρείου ποὺ διασκεδάζει
τὴν ἀναμονή.
Τετράγωνο περίπου σὰν κουτὶ
παπουτσιῶν στὸ νούμερο τῆς ὑπερβολῆς.
Σὲ γωνία σφηνωμένο γιὰ νὰ γεύονται
διπλὴ ἀσφυξία οἱ τοῖχοι.
Μικρὰ ψαράκια ὅσο τὸ χρυσαφὶ τοῦ ἥλιου
ἐπάνω σὲ χρυσόμυγας ξεριζωμένο βόμβο
τρέχουν πανικόβλητα. Σκυλόψαρο τζάμι τὰ κυνηγᾷ.
Νᾶνος βυθός. Τὸν γαργαλάει εὔκολα
μὲ τὰ κοντά της δαχτυλάκια ἡ ἐπιφάνεια.
"Φυγή προδοσίας" Άννα Α.Θεοδωρίδου
Αίμα γίνεται η λέξη που
ρέει πικραμένα απ την
κομμένη ελπίδα.
Προδοσία,ένας ήχος που
διαγράφει το μέλλον που
φάνταζε καλό.
Ίσως τα πάντα πια να
τερμάτισαν στην εικόνα
της φυγής σου.
Το αντέχω;
Το άρωμα χάνεται στο
σύννεφο της μοναξιάς.
Γιατί;
Τα πάντα γράφτηκαν πάνω
στον ιστό της ευτυχίας.
Το μελάνι τώρα έτρεξε,
μουτζουρώθηκαν...
Ειρήνη Φραγκάκη- Ψυχή!!!
Ψυχή!!!
στης λύπης το στεφάνωμα και
στης αυγή χαρά
όλων τα μάτια έβλεπα και
πίστεψα σε σένα
και την ελπίδα έβαλες μες
στην καρδιά ξανά.
Σταμάτησε η σκέψη μου στης
θλίψης το πηγάδι
Να με ποτίσει θέλησε, γλυκό
αγνό πιοτό
Σαν εκιονά που μου
‘δινε η μάνα με το γάλα
Κι εγώ απόμακρη συχνά
αρνιόμουνα να πιω.
Λαγούμιασε ο ορίζοντας και
δάκρυσε η ζήση
Από την μίζερη ζωή που μου
‘δωκε να ζω
Μα ‘γω πήρα την δύναμη
των αλλωνών ανθρώπων
Απού στα μάτια είδα ψυχή και
στην καρδιά φτερό!
Και ήπηρα τη τη ζωή απ’
τα μαλλιά άρπαξά τη
Της λησμονιάς αφέντρας της
εγίνηκα η τρελή
Μα που να το εγάτεχα ότι η
ζωή εχάθει
Και ότι κάποιοι απάνθρωποι
γινήκανε μισοί...
Τρίτη 19 Ιουνίου 2012
Βιβλιοπαρουσίαση: Θέατρο και θέαμα στην αρχαία Μακεδονία.
Πολυξένη Αδάμ-Βελένη, Θέατρο και θέαμα στην αρχαία Μακεδονία, University Studio Press, 2011.
Μέχρι πριν μερικές δεκαετίες ο ρόλος του θεάτρου στον χώρο της Μακεδονίας θεωρούνταν ήσσονος σπουδαιότητας, μια και τα δεδομένα σχετικά με αυτό ήταν ελάχιστα και χαρακτηρίζονταν δευτερεύουσας σημασίας. Ωστόσο, τα τελευταία τριάντα χρόνια έχουν έρθει στο φως αρκετά και σημαντικά στοιχεία αναφορικά με τη θεατρική δραστηριότητα στην περιοχή αυτή του βορειοελλαδικού χώρου. Στην Αθήνα, κατά τον χρυσό αιώνα του Περικλή, το θέατρο αποτελεί το αποκορύφωμα της κυριαρχίας του δήμου...
Μέχρι πριν μερικές δεκαετίες ο ρόλος του θεάτρου στον χώρο της Μακεδονίας θεωρούνταν ήσσονος σπουδαιότητας, μια και τα δεδομένα σχετικά με αυτό ήταν ελάχιστα και χαρακτηρίζονταν δευτερεύουσας σημασίας. Ωστόσο, τα τελευταία τριάντα χρόνια έχουν έρθει στο φως αρκετά και σημαντικά στοιχεία αναφορικά με τη θεατρική δραστηριότητα στην περιοχή αυτή του βορειοελλαδικού χώρου. Στην Αθήνα, κατά τον χρυσό αιώνα του Περικλή, το θέατρο αποτελεί το αποκορύφωμα της κυριαρχίας του δήμου...
Η ημέρα της Λαμπρής- ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ
Η ημέρα της Λαμπρής
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ' ουρανού σε κανένα από τα μέρη
και από κει κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ' αέρι,
που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα.
Χριστός ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
όλοι, μικροί - μεγάλοι, ετοιμαστείτε
μέσα στες εκκλησίες τες δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμαζωχτήτε
ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες
μπροστά στους Αγίους και φιληθείτε!
Φιληθείτε γλυκά, χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι!
Θέμα Bonus: Πανέμορφα χάρτινα γλυπτά
Ο Jeff Nishinaka είναι ένας από τους πιο διάσημους γλύπτες στον κόσμο. Τα χάρτινα γλυπτά που έχει δημιουργήσει στην 28χρονη καριέρα του έχουν φιλοξενηθεί στις πιο γνωστές γκαλερί, ενώ έχει συνεργαστεί με πολλές πασίγνωστες εταιρίες όπως η Coca Cola για διαφημιστικούς λόγους.
Πολλά από τα έργα του χαρακτηρίζονται από τους ειδικούς σαν τα πιο όμορφα γλυπτά από χαρτί που υπάρχουν αυτή τη στιγμή.
Πολλά από τα έργα του χαρακτηρίζονται από τους ειδικούς σαν τα πιο όμορφα γλυπτά από χαρτί που υπάρχουν αυτή τη στιγμή.
Πρώτη νίκη- Πηνελόπη Δέλτα
Mια
μέρα είδα την πόρτα του κήπου ανοιχτή και βγήκα στο δρόμο. Eίχα χαρά
μεγάλη που βρέθηκα στ' ανοιχτά. Mου φάνηκε ξαφνικά ο κόσμος όλος δικός
μου. Δεν είχα μπροστά μου κάγκελα και περικοκλάδες που σταματούν το
μάτι. Ήμουν ελεύθερος να πάγω όπου θέλω, να κατακτήσω καινούρια μέρη, να
δω καινούρια πράγματα.
Mόλις όμως έτρεξα λίγα βήματα, ακούω φωνές:
― Mάγκα! Mάγκα!
Kαι καθώς σταμάτησα να δω τι τρέχει, με αρπάζει ο Άλης καταλαχανιασμένος από το τρέξιμο, και με φέρνει πίσω, σηκωτό, σκλαβωμένο, κι έκλεισε πάλι την καγκελόπορτα πίσω μας.
Eίχα φούρκα τον Άλη που εξασκούσε απάνω μου τυραννική κηδεμονία. Πλήγωνε και το φιλότιμό μου.
Kατσουφιασμένος πήγα και κάθησα στον ήλιο, εμπρός στο σπιτάκι μου, και ακούμπησα κακιωμένος το σαγόνι μου στ' απλωμένα μου πόδια...
Mόλις όμως έτρεξα λίγα βήματα, ακούω φωνές:
― Mάγκα! Mάγκα!
Kαι καθώς σταμάτησα να δω τι τρέχει, με αρπάζει ο Άλης καταλαχανιασμένος από το τρέξιμο, και με φέρνει πίσω, σηκωτό, σκλαβωμένο, κι έκλεισε πάλι την καγκελόπορτα πίσω μας.
Eίχα φούρκα τον Άλη που εξασκούσε απάνω μου τυραννική κηδεμονία. Πλήγωνε και το φιλότιμό μου.
Kατσουφιασμένος πήγα και κάθησα στον ήλιο, εμπρός στο σπιτάκι μου, και ακούμπησα κακιωμένος το σαγόνι μου στ' απλωμένα μου πόδια...
Γυρισμός- Ἄγγελος Σικελιανός
Ὕπνος ἱερός, λιονταρίσιος,
τοῦ γυρισμοῦ, στὴ μεγάλη
τῆς ἀμμουδιᾶς ἁπλωσιά.
Στὴν καρδιά μου
τὰ βλέφαρά μου κλεισμένα·
καὶ λάμπει, ὡσὰν ἥλιος, βαθιά μου...
Βοὴ τοῦ πελάου πλημμυρίζει
τὶς φλέβες μου·
ἀπάνω μου τρίζει
σὰ μυλολίθαρο ὁ ἥλιος· 10
γεμάτες χτυπάει τὶς φτεροῦγες ὁ ἀγέρας·
ἀγκομαχάει τὸ ἄφαντο ἀξόνι.
τοῦ γυρισμοῦ, στὴ μεγάλη
τῆς ἀμμουδιᾶς ἁπλωσιά.
Στὴν καρδιά μου
τὰ βλέφαρά μου κλεισμένα·
καὶ λάμπει, ὡσὰν ἥλιος, βαθιά μου...
Βοὴ τοῦ πελάου πλημμυρίζει
τὶς φλέβες μου·
ἀπάνω μου τρίζει
σὰ μυλολίθαρο ὁ ἥλιος· 10
γεμάτες χτυπάει τὶς φτεροῦγες ὁ ἀγέρας·
ἀγκομαχάει τὸ ἄφαντο ἀξόνι.
'Η πτήση' : μια απροσδόκητη εξέλιξη στους αιθέρες! Σπύρος Γλύκας.
Το τηλέφωνο μου χτυπούσε ασυνήθιστα δυνατά. Άνοιξα τα μάτια μου και
είδα για μια ακόμα φορά εκείνο τον μεγάλο λεκέ στην γωνία του ταβανιού που μου
υπενθύμιζε μια νύχτα αξέχαστης πλημμύρας πριν από μερικούς μήνες. Τότε που ο
στρουμπουλός γείτονας του πάνω ορόφου ξέχασε ανοικτές τις βρύσες τις μπανιέρας
του και έσπευσε να ανοίξει την πόρτα στον πιτσαδόρο για να απολαύσει λίγο
αργότερα μπροστά απ’ την τηλεόραση το αγαπημένο του φαγητό και έπειτα σκασμένος
όπως ήταν να τον πάρει ο ύπνος. Δεν λέω, πάντα ήθελα να δοκιμάσω ένα στρώμα
νερού. Μόνο που το δικό μου έγινε μούσκεμα και ήταν και χειμώνας...
Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012
ΞΕΠΡΟΒΟΔΙΣΜΑ- Κώστας Καρυωτάκης
ΞΕΠΡΟΒΟΔΙΣΜΑ
Δημοσιεύτηκε στον «Νουμά» (638), 29 Ιουνίου 1919
-- Αγάπη μου, ήσουνα παιδί· παιδί μου, είσαι άντρας τώρα·
σύρε, ακριβέ μου, στο καλό, μη σε προφτάσει η μπόρα.
σύρε, ακριβέ μου, στο καλό, μη σε προφτάσει η μπόρα.
-- Μάνα μου, κοίτα, ενύχτωσε· πώς να κινήσω; βρέχει·
μάνα, μια θλίωη με κρατεί και μια τρομάρα μ' έχει.
μάνα, μια θλίωη με κρατεί και μια τρομάρα μ' έχει.
-- Παιδί μου, όλοι θα φύγουνε· κι αν μείνεις τελευταίος;
σύρε· και πάντα να 'σαι όρθιος και πάντα να 'σαι ωραίος.
σύρε· και πάντα να 'σαι όρθιος και πάντα να 'σαι ωραίος.
-- Μάνα, ο χειμώνας ρυάζεται κ' η νύχτα αγκομαχάει·
με δένει, μάνα, μια ντροπή, κ' ένας καημός με πάει...
με δένει, μάνα, μια ντροπή, κ' ένας καημός με πάει...
Μερικά αποφθέγματα του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ
- Όλες οι γενικεύσεις είναι λαθεμένες, της παρούσης συμπεριλαμβανομένης.
- Δεν είναι ικανός κανείς για υψηλές σκέψεις, όταν πρέπει να σκέπτεται πώς θα βγάλει το ψωμί του.
- Είναι αφύσικο για μια πλειοψηφία να κυβερνά, επειδή μια πλειοψηφία σπάνια μπορεί να είναι οργανωμένη και ενωμένη για κοινή δράση, ενώ μια μειοψηφία μπορεί.
- Ευτυχία δεν είναι να κάνεις αυτό που θέλεις, αλλά να μην κάνεις αυτό που δεν θέλεις.
- Η θέλησή μας είναι πάντα για το καλό μας, αλλά δεν βλέπουμε πάντα ποιο είναι αυτό.
- Η ευγνωμοσύνη είναι ένα καθήκον που πρέπει κανείς να εκπληρώσει, αλλά που κανένας δεν έχει δικαίωμα να απαιτεί...
- Δεν είναι ικανός κανείς για υψηλές σκέψεις, όταν πρέπει να σκέπτεται πώς θα βγάλει το ψωμί του.
- Είναι αφύσικο για μια πλειοψηφία να κυβερνά, επειδή μια πλειοψηφία σπάνια μπορεί να είναι οργανωμένη και ενωμένη για κοινή δράση, ενώ μια μειοψηφία μπορεί.
- Ευτυχία δεν είναι να κάνεις αυτό που θέλεις, αλλά να μην κάνεις αυτό που δεν θέλεις.
- Η θέλησή μας είναι πάντα για το καλό μας, αλλά δεν βλέπουμε πάντα ποιο είναι αυτό.
- Η ευγνωμοσύνη είναι ένα καθήκον που πρέπει κανείς να εκπληρώσει, αλλά που κανένας δεν έχει δικαίωμα να απαιτεί...
Τὸ Μυρολόγι τῆς φώκιας - Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Κάτω ἀπὸ τὸν κρημνόν, ὁποὺ βρέχουν τὰ κύματα, ὅπου κατέρχεται τὸ μονοπάτι, τὸ ἀρχίζον ἀπὸ τὸν ἀνεμόμυλον τοῦ Μαμογιάννη, ὁποὺ ἀντικρύζει τὰ Μνημούρια, καὶ δυτικῶς, δίπλα εἰς τὴν χαμηλὴν προεξοχὴν τοῦ γιαλοῦ, τὴν ὁποίαν τὰ μαγκόπαιδα τοῦ χωρίου, ὁποὺ δὲν παύουν ἀπὸ πρωίας μέχρις ἑσπέρας, ὅλον τὸ θέρος, νὰ κολυμβοῦν ἐκεῖ τριγύρω, ὀνομάζουν τὸ Κοχύλι ―φαίνεται νὰ ἔχῃ τοιοῦτον σχῆμα― κατέβαινε τὸ βράδυ-βράδυ ἡ γρια-Λούκαινα, μία χαροκαμένη πτωχὴ γραῖα, κρατοῦσα ὑπὸ τὴν μασχάλην μίαν ἀβασταγήν, διὰ νὰ πλύνῃ τὰ μάλλινα σινδόνια της εἰς τὸ κῦμα τὸ ἁλμυρόν, εἶτα νὰ τὰ ξεγλυκάνῃ εἰς τὴν μικρὰν βρύσιν, τὸ Γλυφονέρι, ὁποὺ δακρύζει ἀπὸ τὸν βράχον τοῦ σχιστολίθου, καὶ χύνεται ἠρέμα εἰς τὰ κύματα. Κατέβαινε σιγὰ τὸν κατήφορον, τὸ μονοπάτι, καὶ μὲ ψίθυρον φωνὴν ἔμελπεν ἓν πένθιμον βαθὺ μυρολόγι, φέρουσα ἅμα τὴν παλάμην εἰς τὸ μέτωπόν της, διὰ νὰ σκεπάσῃ τὰ ὄμματα ἀπὸ τὸ θάμβος τοῦ ἡλίου, ὁποὺ ἐβασίλευεν εἰς τὸ βουνὸν ἀντικρύ, κ᾽ αἱ ἀκτῖνές του ἐθώπευον κατέναντί της τὸν μικρὸν περίβολον καὶ τὰ μνήματα τῶν νεκρῶν, πάλλευκα, ἀσβεστωμένα, λάμποντα εἰς τὰς τελευταίας του ἀκτῖνας.
Θέμα Bonus: «Παίζοντας» με τα χρώματα
Δύο ταλαντούχοι φωτογράφοι, οι Lindend Gledhill και A.Connah, ειδικεύονται στη φωτογράφιση χρωμάτων αναμεμιγμένων με νερό. Αλλά δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται.
Μέσω ηχητικών δονήσεων, προκαλούν αναπήδηση των αραιωμένων χρωμάτων. Παράλληλα, ο ήχος προκαλεί την ενεργοποίηση της φωτογραφικής μηχανής ακριβώς την κατάλληλη στιγμή. Το αποτέλεσμα είναι μαγευτικό.
Μέσω ηχητικών δονήσεων, προκαλούν αναπήδηση των αραιωμένων χρωμάτων. Παράλληλα, ο ήχος προκαλεί την ενεργοποίηση της φωτογραφικής μηχανής ακριβώς την κατάλληλη στιγμή. Το αποτέλεσμα είναι μαγευτικό.
Καισαρίων - Κ.Π. Καβάφης
Εν μέρει για να εξακριβώσω μια εποχή,
εν μέρει και την ώρα να περάσω,
την νύχτα χθες πήρα μια συλλογή
επιγραφών των Πτολεμαίων να διαβάσω.
Οι άφθονοι έπαινοι κ’ η κολακείες
εις όλους μοιάζουν. Όλοι είναι λαμπροί,
ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί·
κάθ’ επιχείρησίς των σοφοτάτη.
Aν πεις για τες γυναίκες της γενιάς, κι αυτές,
όλες η Βερενίκες κ’ η Κλεοπάτρες θαυμαστές.
Όταν κατόρθωσα την εποχή να εξακριβώσω
θάφινα το βιβλίο αν μια μνεία μικρή,
κι ασήμαντη, του βασιλέως Καισαρίωνος
δεν είλκυε την προσοχή μου αμέσως.....
εν μέρει και την ώρα να περάσω,
την νύχτα χθες πήρα μια συλλογή
επιγραφών των Πτολεμαίων να διαβάσω.
Οι άφθονοι έπαινοι κ’ η κολακείες
εις όλους μοιάζουν. Όλοι είναι λαμπροί,
ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί·
κάθ’ επιχείρησίς των σοφοτάτη.
Aν πεις για τες γυναίκες της γενιάς, κι αυτές,
όλες η Βερενίκες κ’ η Κλεοπάτρες θαυμαστές.
Όταν κατόρθωσα την εποχή να εξακριβώσω
θάφινα το βιβλίο αν μια μνεία μικρή,
κι ασήμαντη, του βασιλέως Καισαρίωνος
δεν είλκυε την προσοχή μου αμέσως.....
Η φωνή της Μεσογείου - Μόνα Σαββίδου - Θεοδούλου
Μας ενώνει η Μεσόγειος.
Σου στέλνω στα κύματα
τη φωνή της χαράς και του πόνου μου.
Τα σχοινιά που συγκρατούν τις βάρκες
δένουν στους κόμπους τους τις λέξεις
της αγάπης, της απόγνωσης, της προσευχής
που απευθύνω στη θάλασσα.
Κρατούν γοερά,
βυθισμένα στο υγρό της σώμα.
Πως λικνίζονται σαν τα αισθήματα
που είναι εδώ και δεν είναι.
Προορίζονται για το δέσιμο των ανθρώπων
από ακρογιάλι σ' ακρογιάλι.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)