Ο Δημοσθένης Βουτυράς είναι ένας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες του 20ου αιώνα με επιβλητικό έργο σε όγκο και ποιότητα. Ο λογοτέχνης αυτός έχει άμεσους δεσμούς με την πόλη του Μεσολογγίου, αφού η μητέρα του Θεώνη Παπαδή ή Παπαγιάννη ήταν Μεσολογγίτισσα και ο ίδιος έζησε ένα μέρος από τα παιδικά του χρόνια στο Μεσολόγγι. Ο δεσμός της οικογένειας Βουτυρά με το Μεσολόγγι ανανεώθηκε με το γάμο της κόρης του με τον Μεσολογγίτη τραπεζικό υπάλληλο Ανδρέα Κυριακόπουλο.
Ο Δημοσθένης Βουτυράς γεννήθηκε στις 25-3-1872 στο πλοίο με το οποίο ταξίδευαν οι γονείς του για την Κωνσταντινούπολη, όπου έμειναν τρία χρόνια. Στη συνέχεια η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι μέχρι που ο πατέρας του, λίγα χρόνια αργότερα, διορίσθηκε συμβολαιογράφος στον Πειραιά.
Μια σοβαρή αρρώστια, επιληψία με συχνές κρίσεις, καθόρισε την πορεία της ζωής του. Τον ανάγκασε να σταματήσει τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο και να γίνει αυτοδίδακτος. Η φοβερή του θέληση να νικήσει τις συνέπειες της αρρώστιας του τον οδήγησε στη συγγραφική εργασία, όπου έβρισκαν διέξοδο οι πόθοι του και διοχέτευε τη μεγάλη ζωτικότητα που τον χαρακτήριζε. Πριν αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία ο πατέρας του χρεοκόπησε και αυτοκτόνησε και η περιουσία του κατασχέθηκε, γι' αυτό ο Δημοσθένης αναγκάστηκε να εργασθεί σε σκληρές χειρωνακτικές εργασίες. Έτσι γνώρισε τη ζωή και την ψυχολογία των ανθρώπων του μόχθου και της βιοπάλης. Η γνώση αυτή και το έμφυτο ταλέντο του τον ανάδειξαν σε εισηγητή του ρεαλιστικού διηγήματος στην Ελλάδα.
Ο Βουτυράς είναι από τους πρώτους λογοτέχνες των αρχών του 20ου αιώνα που έγραψε κοινωνικό διήγημα. Σ' όλα τα διηγήματά του ασχολείται με κοινωνικά θέματα και οι ήρωές του είναι άνθρωποι από τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα. Η εκμετάλλευση των εργαζομένων στις πρώτες εργατικές φάμπρικες, οι νέες κοινωνικές συνθήκες που δημιουργούνταν στην Ελλάδα στις αρχές του εικοστού αιώνα, η απανθρωπιά και η δυστυχία της καπιταλιστικής κοινωνίας καυτηριάζονται μέσα από το έργο του.
Όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί, κράτος, θρησκεία, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, και ο πόλεμος έγιναν αντικείμενο κριτικής και σάτιρας στο έργο του. Κτυπώντας το άδικο και παράλογο, ξεσκεπάζοντας τις πληγές της κοινωνίας που στηρίζεται στην εκμετάλλευση ο Βουτυράς, πότε έμμεσα και πότε άμεσα, πρόβαλε την ανάγκη της αλλαγής και μάλιστα της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής. Με το έργο του Δημοσθένη Βουτυρά η νεοελληνική πεζογραφία υποπτεύεται και αρχίζει να συνειδητοποιεί την ύπαρξη του κοινωνικού προβλήματος με τη μορφή που το αντιλαμβανόμαστε σήμερα. Το γεγονός αυτό κάνει τον Βουτυρά αντιπρόσωπο μιας ολόκληρης εποχής. Το έργο του διαβάστηκε με πάθος και διαπαιδαγώγησε χιλιάδες αναγνώστες με τις ανθρωποκεντρικές ιδέες που προέβαλε. Οι ιδέες αυτές αποτέλεσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα πνευματική τροφή για το προοδευτικό κίνημα της χώρας μας.
Επίσης, ο Δημοσθένης Βουτυράς θεωρείται ως συγγραφέας των αποτυχημένων της ζωής. Χρεοκοπημένοι μικροαστοί, μικροϋπάλληλοι, απλοϊκοί άνθρωποι του λαού χτυπημένοι από τη φτώχεια και τη δυστυχία, άτομα με ψυχικά τραύματα αποτελούν τους ήρωες του διηγηματογράφου. Ο συγγραφέας, άτομο με σοβαρά προβλήματα υγείας και έχοντας νοιώσει στο πετσί του πολλές αποτυχίες στη ζωή, φαίνεται να διάκειται ευνοϊκά προς τους ανθρώπους εκείνους που βιώνουν τον κοινωνικό ρατσισμό και να επιδιώκει με την προβολή και τη δικαίωσή τους, τη δικαίωση τής ίδιας του ζωής και των αντιλήψεών του.
Ως άνθρωπος ο Δημοσθένης Βουτυράς υπήρξε φωτεινή φυσιογνωμία. Ο Κώστας Βάρναλης έγραψε την επομένη του θανάτου του (17 Απριλίου 1958): "Βράχος ταλέντου, εργατικότητας, πίστης και ήθους. Βράχος ριζωμένος στην ελληνική ζωή. Ακατάλυτος κι ασάλευτος. Ασάλευτος και στις αγάπες και στα μίση του στα πάθη και στις αδυναμίες του. Ασάλευτος και στο κουράγιο του… Μόνο το λαό αγαπούσε. Μόνο το λαό μελετούσε. Και το λαό ζωντάνευε κι απαθανάτιζε στα έργα του".
Στο γράψιμό του ο Βουτυράς είχε καταπληκτική ευχέρεια. Ονομάσθηκε "ο άνθρωπος-διήγημα" κι ο ίδιος δήλωνε ότι μπορούσε να τυλίξει όλη τη γη με διηγήματα.
Ο Βουτυράς δεν πρόσεχε ιδιαίτερα τη γλώσσα της γραφής του, ούτε τον ενδιέφεραν τα εξωτερικά λογοτεχνικά γνωρίσματα. Τα διηγήματά του όμως έχουν εσωτερική συνοχή, λογική συνέπεια και δράση των προσώπων, πλούσιο και πηγαίο αίσθημα, σπάνια παρατηρητικότητα, γνήσια ποιητική αίσθηση, δυνατές εικόνες, μεταφορές και παρομοιώσεις. Για όλες αυτές τις αρετές του έργου του ο Βουτυράς θεωρείται ένας από τους καλύτερους Έλληνες πεζογράφους .
Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1901 με το μεγάλο του αντιπολεμικό διήγημα Ο Λαγκάς. Από το 1901 μέχρι το 1950, που δημοσιεύθηκε το τελευταίο του διήγημα με τίτλο Αργό ξημέρωμα, δημοσίευσε 30 τόμους διηγημάτων με περισσότερα από 400 διηγήματα. Τα κυριότερα είναι: Παπάς ειδωλολάτρης (1920), Οι αλανιάρηδες (1921), Το γκρέμισμα των Θεών (1922), Ο θρήνος των βοδιών (1923), Αριστοκρατική γειτονιά (1924), Μέσα στους ανθρωποφάγους (1927), Στους άγνωστους θεούς (1927), Ύστερα από εκατομμύρια χρόνια (1932), Ο έρωτας στους τάφους (1943) καθώς και τα μυθιστορήματα Το σπίτι των ερπετών (1933) και Τρικυμίες (1945).
Ο Λαγκάς
Το διήγημα αυτό βρίσκεται στη συλλογή "Ο Λαγκάς και άλλα διηγήματα". "Ο Λαγκάς" θεωρείται ως το πρώτο αντιπολεμικό έργο της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Είναι εμπνευσμένο από τον ατυχή πόλεμο του 1897. Στο αντιπολεμικό αυτό διήγημα ο Δημοσθένης Βουτυράς δείχνει τη φρίκη και τη δυστυχία που σκορπάει ο πόλεμος. Καυτηριάζει την παράλογη λογική με την οποία ξοδεύονται εκατομμύρια για όπλα τη στιγμή που χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα!
Παρατίθεται μικρό απόσπασμα:
"Το βράδυ άκουσε τον καθηγητή να λέει ότι πολλούς Τούρκους τους έπαιρναν με τη βία στο στρατό. Αυτό του ξύπνησε και άλλες ιδέες.
Και αυτοί ήταν άνθρωποι και αυτοί είχαν όνειρα, ελπίδες. Πίσω τους θα τρέμαν γι' αυτούς φτωχές μητέρες, παιδιά, γυναίκες! Και αν κανείς απ' αυτούς εδειλίαζε; Ήθελε τη ζωή του; Θάνατος! Θάνατος σε κείνον, που θέλει τη ζωή, που αρνιέται να σκοτώσει τον όμοιό του εν ονόματι της πατρίδος και του νόμου! Της πατρίδος! Τη λένε μητέρα! Μητέρα όμως που τρώει τα παιδιά της.
Έναν καιρό υπήρχε δικαιολογία σε όλα αυτά. Τώρα όμως; Θυμήθηκε τα λόγια του Αρίδα. Έχουνε συμφέρο πολλοί να υπάρχουν οι στρατοί, τα άρματα, η μεγάλη ψευτιά, γιατί, αν πάψουν αυτά παύει και η αρχή τους! Είναι καιρός όμως να τελειώσουν όλα αυτά, είναι καιρός να αρχίσει άλλος πόλεμος, ποιο έθνος να δώσει στην ανθρωπότητα το μεγαλύτερο γιατρό, τον εφευρέτη, το φιλόλογο, το φιλόσοφο. Ποιος θα ανακουφίσει τους δυστυχείς, ποιος θα δώσει ζωή και όχι να αφαιρέσει. Κράτη, πλούσια κράτη, ξοδεύουνε εκατομμύρια για στόλους, για μπαρούτι, ενώ έχουνε χιλιάδες φτωχούς που πεθαίνουν απ' την πείνα, χιλιάδες δυστυχισμένους που μ' αυτά τα χρήματα μπορούσανε να τους κάνουν να δούνε κι αυτοί τη ζωή γλυκιά.
Και ο Λαγκάς έκανε με το νου του και μια εικόνα. Εδώ ένας φτωχός πεθαίνει απ' τη δυστυχία και για να κρατηθεί στη ζωή, να έρθει στα καλά του, έχει ανάγκη από λίγα χρήματα, εκεί πέρα σ' ένα λόφο, ή σ' ένα πλοίο κάποιος με φτερά κοκόρου και με χρυσά, ανεβαίνει. Το πλοίο κανονιοβολεί. Ο καπνός που βγαίνει, ο κρότος που έγινε στοιχίζουνε πολλές λίρες, και για να βγουν ιδρώσανε πολλοί, πολλοί άνθρωποι στενάξανε.
Και ο φτωχός πεθαίνει από την πείνα, κοιτάζοντας αυτόν τον καπνό που διαλύεται στον αέρα".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.