Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Άγγελος Τερζάκης: "Σκέπασα κάτι που "είχα". Κι αυτό είναι έγκλημα."

Τερζάκης Άγγελος, Οι επαναστατημένοι, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1993.


   [...] 
- H ψυχή...η ψυχή! Έλεγε ο ποιητής χαμογελώντας. Πείτε μου, κύριε, έχουν ψυχή τα πουλάκια; Τα μικρά πουλάκια έχουν ψυχή;...
  Τον κοίταζαν οι άλλοι ξαφνιασμένοι.
-Πώς;...
- Τα πουλάκια, λέω, τα μικρά, τα μικρούλικα,...να, λόγου χάρη ένα καρινάκι,... αυτά έχουν ψυχή;
Άκουσε τη χοντρή φωνή του Βάρνη:
-       Ίσως...

-           -  Ίσως;... μα ίσως όχι... Εγώ είμαι βέβαιος, ναι, πολύ βέβαιος πως έχουν ψυχή. Έπειτα νομίζω πως κρατώ τα γνωρίσματά τους. Ακούστε με,... μια ψυχή, πώς λέμε ότι υπάρχει; Από πού το συμπεραίνουμε; Εγώ νομίζω πως δεν είναι κάτι που πλανιέται στον αέρα, μα κάτι άλλο μόνιμο, πολύ μικρό και βαρύ που κάθεται μέσα στην ψυχή τη δική μας. Κάθε ψυχή πεθαίνοντας έχει μερικές τέτοιες άλλες που είναι στη ζωή και που μέσα τους θα ‘ρθει να κατοικήσει... Είναι οι αγαπημένοι και οι εχθροί, εκείνοι που της έκαναν καλό κι εκείνοι που της έκαναν κακό όταν ζούσε. Και στους δυο θα πάει να κατοικήσει η ψυχή...[...]  μπορεί, σας λέω, (ενν. η ψυχή) να σμίξει και να χωρίσει, και να δώσει θλίψη ή χαρά, και μπορεί να έχει επακόλουθα που θα βαρύνουν για όλη τη ζωή σας. Αυτός ο μικρούλης τάφος. Μην τον γελάσετε ποτέ. Είναι φοβερή η μυστική ζωή του...
  Σώπασε και τον κοίταζαν όλοι με περιέργεια. Πίσω από τα βλέμματά τους φανερή γινόταν η αμφιβολία, η υποψία, σε μερικές στιγμές σχεδόν η βεβαιότητα. Μήπως είχε πάθει τίποτε το μυαλό του;[...]

...Θυμούμαι ένα τέτοιο πουλί, έκανε αργά, με βαθιά φωνή, ένα νεκρό νεκρικό κορμάκι... Το κράτησα κάποτε στα χέρια μου... μόλις ένα ή δυο λεπτά της ώρας. Ήταν τόσο ελαφρό, τόσο πουπουλένιο, τόσο λίγο ενοχλητικό! Ποιος τότε θα το περίμενε... Είχα την εντολή να το θάψω σ’ έναν κήπο, κάτω από των δέντρων τη σκιά. «Χθες τραγουδούσε τόσο όμορφα...τόσο όμορφα...» Θυμούμαι μια τέτοια φράση... κι είναι η μόνη που επαναλαμβάνεται κάθε τόσο μέσα μου σα φτωχικό μνημόσυνο ενός πουλιού που δεν είχε τίποτα στον κόσμο δικό του. Είναι μια κοριτσίστικη φωνή, δροσερή κι αγαπημένη που το αντίκρυσμα ενός θανάτου λίγο εθόλωσε. «Χτες τραγουδούσε...», λες πως η φράση ζητάει να βρει τη σημασία της μέσα μου, κι αγωνίζεται, και γυροφέρνει στο νου μου... Το κράτησα, λέω, λίγο στα χέρια μου. Ύστερα άνοιξα μια μικρή γουβίτσα μ’ ένα ξυλαράκι. Καθώς την άνοιγα, θυμούμαι, το ‘βρισκα σχεδόν διασκεδαστικό και με μεγάλη μου ευχαρίστηση θα γελούσα. Άλλωστε, σκάβοντας έλεγα κι αστεία. Είχα κέφι, κέφι παράδοξο... Ύστερα το ‘θαψα.  Το σκέπασα με το χώμα που λέρωσε τη γλυκιά κιτρινάδα των φτερών του και το πατήκωσα πάνω του απαλά... Ε, μετά σηκώθηκα. Το κορίτσι στάθηκε με σκυμμένο κεφάλι, κοιτάζοντας τον τάφο λίγες στιγμές εκεί. Μού φαινόταν φοβερά προσποιητό το θλιμένο της ύφος. Δεν λέω... ίσως έμοιαζε να είναι αληθινό... Απομακρύνθηκα τινάζοντας εύθυμα τα χέρια μου που ‘χε λερώσει το χώμα. Ένιωθα τον εαυτό μου ικανοποιημένο, απόλυτα ικανοποιημένο, και σοβαρά σκληρό, σκληρό και αδιάφορο, όπως ένας μεγάλος και συνηθισμένος στη ζωή. Αυτό τέλεια μ’ ευχαριστούσε και κάτι σχεδόν σα να μ’αποζημίωνε για πρωτινές μου αδυναμίες που είχα μισήσει φοβερά. Ίσως να φάνηκα λίγο ψεύτικος απέναντι του εαυτού μου για τα αληθινά μου συναισθήματα, μα αυτό είναι ίσα ίσα το πιο βαρύ για μένα. Σκέπασα κάτι που «είχα». Κι αυτό είναι έγκλημα. Μια γελοία και ασυγχώρητη ελαφρότης...[...]

ΣΧΟΛΙΟ
  Οι Επαναστατημένοι είναι ένα από τα νεανικά διηγήματα του Άγγελου Τερζάκη. Στο διήγημα αυτό παρατηρούμε τους ήρωές του να αντιστέκονται ενάντια στη πολιτική και κοινωνική βία με τα ίδια όπλα. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, ο ποιητής, που είναι κι αυτός ένας «επαναστατημένος», αναρωτιέται σχετικά με την ψυχή.  Μας παρασέρνει να σκεφτούμε πως η ζωή πολλές φορές με τη σκληρότητά της, μάς εξαναγκάζει να αποστασιοποιούμαστε από τα συναισθήματα που τα ίδια τα γεγονότα της μάς προκαλούν. Ο θάνατος, ένα γεγονός ασήμαντο συναισθηματικά για τη φύση, είναι σημαντικός μ’αυτόν τον τρόπο για τον άνθρωπο. Ακόμη και μια πράξη μας που φαντάζει μικρή για όλο τον κόσμο, θα μπορούσε να είναι η πιο καθοριστική για τις ζωές μας ή για τις ζωές πλησίων μας προσώπων. Στην αδυναμία να εξηγήσει τον παραλογισμό του θανάτου σε σχέση με τη ζωή που συνεχίζει, ο Άγγελος Τερζάκης χαρακτηρίζει αυτό τον αποχωρισμό με πικρή ειρωνεία, ως μια «γελοία και ασυγχώρητη ελαφρότης».
                                                                                               Ε.Ν

Το είδαμε εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.