Εν
Ναυπλίω
Ήταν νυχτιά σαν έπεσε το βλέμμα μου στο κάστρο
τον δρόμο μου εφώτιζε το ασημένιο άστρο
ο νους μου εταξίδεψε σε χρόνους περασμένους
με ήρωες πολεμικούς στο αίμα βουτηγμένους.
Μα ξάφνου όλα άλλαξαν και βρέθηκα στη σκάλα
να ανεβαίνω τα σκαλιά με βήματα μεγάλα
κραδαίνοντας το ξίφος μου, στην πλάτη το μουσκέτο
φορώντας στο κεφάλι μου το σιδηρούν κασκέτο.
Τα τείχη να επανδρώσουμε, να βγούμε στις επάλξεις
τις πύλες να φυλάξουμε απ’ τις ανατινάξεις
κι απ’ τα κανόνια του εχθρού που βάλλουν τ’ οχυρό μας
η νύχτα θα ‘ναι δύσκολη, μαύρο το ριζικό μας.
Τα χέρια μου μυρίζουνε πυρίτιδα και αίμα
οι ελπίδες που ‘χω να σωθώ μου φαίνονται σαν ψέμα
οι σύντροφοί μου έπεσαν, μονάχος τώρα στέκω
πότισε απ’ το αίμα μου το μαύρο μου γιλέκο.
Εγώ που πάντα ήθελα με δόξα να πεθάνω
της ζήσης μου τον τελειωμό μονάχος μου να υφάνω
χτυπήθηκα πισώπλατα απ’ του εχθρού το βόλι
και σύντομα θα κείτομαι σε νεκρικό περβόλι.
Μα πριν προλάβω να χαθώ ξεχύνομαι μπροστά τους
και με μανία αγριμιού χτυπώ τα σώματά τους
ο πόνος κι οι λαβωματιές δεν με αγγίζουν άλλο
αυτό στέλνω γι’ απάντηση στου χάρου το σινιάλο.
Προτού να έρθει η αυγή τα πόδια μου λυγίζουν
ακούω στ’ αυτιά μου τους νεκρούς να με καλωσορίζουν
είν’ οι φωνές τους γνώριμες, είναι οι σύντροφοί μου
η ανάσα μου τελείωσε, έσπασε το σπαθί μου.
Κι έτσι απέμεινα νεκρός πάνω στο Παλαμήδι
στο δάχτυλό μου έλαμπε του λέοντος δαχτυλίδι
γύρω μου αίμα, θάνατος, κατεστραμμένα όλα
των Βενετσιάνων στρατηγός, με λέγανε Νικόλα.
Ο νους μου όμως ξεστράτισε και φτιάχνει ιστορίες
πλάθει εικόνες και φωνές, πρόσωπα, μελωδίες
και ξάφνου βρίσκομαι ξανά στο γνώριμο σημείο
το Παλαμήδι να κοιτώ, το βράδυ… εν Ναυπλίω.
Ήταν νυχτιά σαν έπεσε το βλέμμα μου στο κάστρο
τον δρόμο μου εφώτιζε το ασημένιο άστρο
ο νους μου εταξίδεψε σε χρόνους περασμένους
με ήρωες πολεμικούς στο αίμα βουτηγμένους.
Μα ξάφνου όλα άλλαξαν και βρέθηκα στη σκάλα
να ανεβαίνω τα σκαλιά με βήματα μεγάλα
κραδαίνοντας το ξίφος μου, στην πλάτη το μουσκέτο
φορώντας στο κεφάλι μου το σιδηρούν κασκέτο.
Τα τείχη να επανδρώσουμε, να βγούμε στις επάλξεις
τις πύλες να φυλάξουμε απ’ τις ανατινάξεις
κι απ’ τα κανόνια του εχθρού που βάλλουν τ’ οχυρό μας
η νύχτα θα ‘ναι δύσκολη, μαύρο το ριζικό μας.
Τα χέρια μου μυρίζουνε πυρίτιδα και αίμα
οι ελπίδες που ‘χω να σωθώ μου φαίνονται σαν ψέμα
οι σύντροφοί μου έπεσαν, μονάχος τώρα στέκω
πότισε απ’ το αίμα μου το μαύρο μου γιλέκο.
Εγώ που πάντα ήθελα με δόξα να πεθάνω
της ζήσης μου τον τελειωμό μονάχος μου να υφάνω
χτυπήθηκα πισώπλατα απ’ του εχθρού το βόλι
και σύντομα θα κείτομαι σε νεκρικό περβόλι.
Μα πριν προλάβω να χαθώ ξεχύνομαι μπροστά τους
και με μανία αγριμιού χτυπώ τα σώματά τους
ο πόνος κι οι λαβωματιές δεν με αγγίζουν άλλο
αυτό στέλνω γι’ απάντηση στου χάρου το σινιάλο.
Προτού να έρθει η αυγή τα πόδια μου λυγίζουν
ακούω στ’ αυτιά μου τους νεκρούς να με καλωσορίζουν
είν’ οι φωνές τους γνώριμες, είναι οι σύντροφοί μου
η ανάσα μου τελείωσε, έσπασε το σπαθί μου.
Κι έτσι απέμεινα νεκρός πάνω στο Παλαμήδι
στο δάχτυλό μου έλαμπε του λέοντος δαχτυλίδι
γύρω μου αίμα, θάνατος, κατεστραμμένα όλα
των Βενετσιάνων στρατηγός, με λέγανε Νικόλα.
Ο νους μου όμως ξεστράτισε και φτιάχνει ιστορίες
πλάθει εικόνες και φωνές, πρόσωπα, μελωδίες
και ξάφνου βρίσκομαι ξανά στο γνώριμο σημείο
το Παλαμήδι να κοιτώ, το βράδυ… εν Ναυπλίω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.