Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2012

Μια φορά κι έναν καιρό - Μάνος Τσεμπερλής

 

Ήταν κάποτε ένα μικρό αγόρι που ήξερε τα πάντα για τον κόσμο

και δεν είχε γνωρίσει κανένα φόβο. Ήταν πάντα όμως ανήσυχος.

Δεν ήταν ο θάνατος που τον απασχολούσε, μήτε η δόξα, μήτε το χρήμα. Το μόνο που τον πλήγωνε και τον έκανε να μη μιλάει, ήταν η άγνοια του. Γιατί μέσα σε όλες τις γνώσεις και τα χαρίσματα που του είχε δώσει η ζωή παρέλειψε να του δώσει την γνώση της αγάπης. "Αυτή θα πρέπει να τη μάθεις μόνος σου" του είπε.
Από εκείνη τη μέρα τριγυρνούσε στο κόσμο αναζητώντας τη μόνη γνώση που του έλειπε. Τριγυρνούσε χρόνια πολλά χωρίς να καταφέρει να μάθει τι είναι η αγάπη ώσπου μια μέρα γνώρισε μια κοπέλα, μια κοπέλα που για ένα χρόνο έγινε η ίδια του η ζωή. Όλον εκείνο το χρόνο ήταν ευτυχισμένος όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή του. Ακόμη όμως δεν είχε μάθει τι είναι αγάπη.
Μόλις πέρασε ο χρόνος η κοπέλα έφυγε μακριά να πάει να βρει έναν πρίγκιπα που είχε ένα κάστρο και ένα θρόνο να μοιραστεί μαζί της και όχι τις γνώσεις που είχε το αγόρι. Καθώς το αγόρι έβλεπε το κορίτσι να φεύγει με την δύση του ήλιου αισθάνθηκε για πρώτη του φορά ένα δάκρυ να κυλά στο μάγουλό του.
Εκείνη τη μέρα κατάλαβε τι είναι η αγάπη και φοβήθηκε όσο ποτέ άλλοτε ότι δεν θα το ένιωθε ξανά αυτό το συναίσθημα. Έτσι άρχισε να τριγυρνά ξανά πάλι μέσα στο κόσμο όχι όμως για να μάθει τι είναι η αγάπη αλλά για να γλιτώσει από τον φόβο και το τρόμο που του προκαλούσε. Πέρασαν τα χρόνια, έγινε κοτζάμ άντρας και ακόμη φοβόταν. Πλέον δε φοβόταν την αγάπη αλλά τον ίδιο του τον εαυτό. Είχε γνωρίσει πολλές γυναίκες αλλά δεν ένιωσε για καμιά αγάπη, μόνο οι μνήμες από το κορίτσι βαθιά χαραγμένες στη καρδιά, του τριβέλιζαν το μυαλό.
Τρελαινόταν και δεν άντεχε άλλο. Έτσι μια μέρα που στάθηκε πάνω από ένα πηγάδι να πιει νερό συνειδητοποίησε πως δεν ήθελε να ταξιδεύει άλλο, πως ότι και να έκανε δεν μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα. Έτσι μπήκε μέσα στο πηγάδι για να μην ξαναδεί τίποτα από αυτό το κόσμο. Τα χρόνια πέρασαν και τα γένια του μάκρυναν τόσο πολύ που έφταναν τα πόδια του. Μόνη του συντροφιά όλα εκείνα τα χρόνια ήταν το ασημένιο φεγγάρι.
Είχε ξεχάσει πια να σκέφτεται και να αγαπάει. Τα συναισθήματα του είχαν στερεύσει και η καρδιά του είχε γίνει πέτρα όπως φοβόταν, όταν ήταν νέος.

Και όμως μια μέρα πήγε μια κυρά, πεντάμορφη πάνω από το πηγάδι κλαίγοντας και τραγουδώντας ένα καημό της καρδιάς. Στο μέτωπό του αισθάνθηκε τα δάκρυά της, φωτιά, να κυλούν στο πρόσωπό του και να φτάνουν στις άκρες των γενιών του. Θέρμη κατέλαβε τη ψυχή του και ένιωσε τη πέτρα της καρδιάς του να σπάει σε χίλια κομμάτια. Τότε γύρισε το πρόσωπό του και αντίκρισε την απέραντη ομορφιά της. Και το τραγούδι της, σαν το θρήνο της ψυχής του, μιλούσε για έναν άντρα που την εγκατέλειψε για να γυρίσει το κόσμο και να αποκτήσει γνώσεις.
Δε μπορούσε να φανταστεί ότι θα ερχόταν η στιγμή να θελήσει να βγει από το πηγάδι, η στιγμή όμως είχε έρθει. Σκαρφάλωσε και βγήκε από το πηγάδι.
Αγκάλιασε την κυρά και τη φίλησε στο στόμα λέγοντάς της πως ο άντρας εκείνος ήταν ανόητος γιατί κι αυτός ο ίδιος είχε όλες τι γνώσεις αλλά χωρίς την αγάπη δεν είχε δύναμη να κάνει τίποτα παρά μόνο να μένει στο πηγάδι

και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Δίδαγμα, η αγάπη είναι το καύσιμο της ζωής



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.