Σάββατο 18 Μαΐου 2013

Ελένη Θεοχάρη-Περράκη Το γλυκό


Ο μπαρμπα-Μυτούσης αγαπά πολύ τα δυο του ανεψούδια: τον Κλούβιο και την Σουβλίτσα. Πρέπει όμως να ’χει μεγάλη υπομονή και με τους δυο. Η Σουβλίτσα είναι άτακτη, ακατάστατη και σκανταλιάρα – ένα μικρό ζιζάνιο.
  Ο Κλούβιος είναι λίγο τεμπέλης. Του αρέσει να ξαπλώνεται στα μαξιλάρια και στους καναπέδες, όπως τα γατάκια. Είναι και λίγο φοβιτσιάρης. Μπουμ! να του κάνει η Σουβλίτσα, ξαφνιάζεται. Φοβάται τα σκοτάδι, τα ποντίκια, τις βροντές.
  Η Σουβλίτσα δεν φοβάται τίποτα. Κι έτσι μπορεί να τον πειράζει με όλα αυτά. Όταν είναι οι δυο τους στο σπίτι, ο μπαρμπα-Μυτούσης στήνει πάντοτε αυτί. Μόλις καθίσει και φορέσει τα γυαλιά του για να διαβάσει την εφημερίδα, κάτι θα γίνει, ένας κρότος, κάποια φασαρία. Πρέπει να σηκωθεί και να τρέξει να δει τι συμβαίνει… Νά! όπως τώρα. Τι θόρυβος είν’ αυτός; Από ποια μεριά έρχεται; Από την κουζίνα; Ίσως να ’ναι η γάτα… Όχι! Τώρα νιαούριζε στην αυλή. Ο μπαρμπα-Μυτούσης είναι ανήσυχος. Περίεργο! Θα ’λεγε κανείς πως έπεσε το μισό σπίτι… Η πόρτα της κουζίνας κλειστή. Προσπάθησε να την ανοίξει.
  – Σουβλίτσα… φωνάζει. Ξεκλείδωσε γρήγορα την πόρτα της κουζίνας.
  – Μπαρμπούλη μου, δεν είναι κλειδωμένη. Στάσου… έπεσε το σκαμνί στην πόρτα, γι’ αυτό δεν ανοίγει. Μπλέχτηκα πάλι.
  Μα πώς να μην μπλεχτεί. Τίποτε όρθιο δεν είχε μείνει στην κουζίνα.
  Ο μπαρμπα-Μυτούσης μισάνοιξε την πόρτα και κοίταζε.
  Η Σουβλίτσα έτριβε μια το γόνατό της και μια τον αγκώνα της.

Τα χέρια του πατέρα - Ρένα Μ.Πέτρου


Όποτε γύριζε ο πατέρας με τα χέρια αδειανά,
η μάνα -που τον είχε δει πρώτη απ'το παράθυρο-
έσπευδε να του πεί,να πλυθεί γρήγορα στη λεκάνη.
Λες και ήθελε να πλύνει την ντροπή του,
που θα μέναμε γι'άλλη μια μέρα νηστικοί.
Κι εκείνος την άκουγε και σκυφτός τά'πλενε με σαπούνι.
Έπειτα κάθονταν μαζί μας και μας έφτιαχνε παιχνίδια από ξύλο.
Η μάνα τον κοίταζε "κλεφτά",καθώς μπάλωνε ρούχα.
Δεν καταλάβαινε,πως δεν μας ένοιαζαν τ'άδεια του χέρια,
αλλά τα μάτια του που ήταν γεμάτα από εμάς.

Δεν υπάρχει ο χρόνος - Priscilla la


Δεν υπάρχει ο χρόνος
Υπάρχει υπομονή

Τόσο γενναία μιλώντας
έγινα θρασύς.

Ακούω πια κάποιες φωνές
από μακριά.
Μετρώ τις ώρες
να περάσει κι αυτή
η μέρα,να χαθεί.

Να χαθώ κι εγώ
μέσα σ΄αυτή τη προσμονή.
Μη με ρωτάς
δεν έχω να αποκριθώ.

Οποιαδήποτε αλλαγή
θα την εκλάβω
ως γιορτή.

Ξεκινώντας τη μέρα με Mark Twain...

Πίστη στην πατρίδα, πάντα. Πίστη στην κυβέρνηση, όταν το αξίζει.

Καλό Σαββατοκύριακο!


Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Κλίμα της Απουσίας - Οδυσσέας Ελύτης


Αλκμήνη Κογγίδου.«ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΪΣΤΟΡΙΚΕΣ ΔΙΚΕΣ»


Καθώς ο εἷς, ο καθείς εντάσσεται στο μαινόμενο πλήθος, αποκτά την ανωνυμία του· χάνοντας το αίσθημα της προσωπικής ευθύνης χάνει όμως και το βάρος της ενοχής ως μονάδα;
Η προσωπική ευθύνη του καθενός, είτε εντάσσεται, είτε όχι, δεν υποκαθίσταται. Η ενοχή συνέχει την ανθρωπότητα. Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η συνείδηση λειτουργεί αυτόνομα, η απουσία της ηθικής ευθύνης έχει κιόλας σημαδέψει τον άνθρωπο και θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πορείας του. Τα μεγάλα κοσμοϊστορικά γεγονότα τον καθιστούν υπεύθυνο και η οποιαδήποτε θέση του απέναντι σ’ αυτά έχει αντίκτυπο στη μοίρα του.
Δύο κοσμοϊστορικής σημασίας γεγονότα είναι η καταδίκη του Ιησού Χριστού και  του Σωκράτους (399πΧ).

 Ο Πόντιος Πιλάτος έχοντας το δικαίωμα να αποφασίζει με βάση τον ρωμαϊκό νόμο, δεν αγνοεί ωστόσο τη θέληση του εβραϊκού λαού.
«’Αποκριθείς δὲ ὁ ηγεμών εἶπεν αὐτοῖς τίνα θέλετε ἀπό τῶν δύο ἀπολύσω ὑμῖν; Οἱ δὲ εἶπον· Βαραββᾶν. Λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τί οὖν ποιήσω Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; Λέγουσιν αὐτῷ πάντες· σταυρωθήτω. Ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη· τί γὰρ κακό ἐποίησεν; Οἱ δὲ περισσῶς ἔκραζον λέγοντες σταυρωθήτω» (κατ. Ματθ. 27,21-22).

Ποιο κίνητρο οδήγησε το μαινόμενο πλήθος να πάρει αυτήν την απόφαση; Ενώ το ίδιο εξέφρασε τη λατρεία του, το θαυμασμό του στον Ιησού κατά την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα, κραυγάζοντας Ωσαννά εν τοις υψίστοις, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου…….

ΝΑΥΤΙΚΟΣ - ΣΟΦΙΑ ΣΚΟΥΛΙΚΑ ΒΕΛΛΟΥ


Πάψε να μιλάς για θάλασσα ,
μιλά μόνο για τη γη.
Xρονια κουβαλώ αίμα αλάτι ,
από την θάλασσα πηγή....
ξέρω για δράκοντες ,
για κύματα βουνά .
της σκάλισα , με νύχια όνειρα παλιά .
τολμώ να πλέω,
λόγια μαγικά της λέω.
Με την τέχνη μου τη μαγεύω
δεν θέλω δόξες , στεφάνια.
έχω του ήλιου ακτίνες ,
έχω θαλασσινά νερά .
Έχω άνεμο γλυκομίλητο...
εγώ, μόνο για θάλασσα θα σου μιλώ.
Γιατί την πλανεύτρα την έχω μόνο εγώ

Ο Ναός Του Παραδείσου - Χρύσα Μιχαλοπούλου


~ Ελάτε Κελαηδίσματα Πουλιών Στο Ναό του Παραδείσου.
  

Μαζεύω για Καιρό Ολονών σας τα Φιλιά μες στη Καρδιά μου. 
Φτερουγίσματα Ορθάνοιχτα. 
Ακούτε τον Παλμό; 
Πάλλονται για να Ελευθερωθούν......
Μαζεύω όλα Εκείνα τα Φυλαχτά Φιλιά που για Καιρό Περίμεναν Μέσα στα Στήθη μου.
Ήρθε ο Καιρός να Σκορπιστούν στη Πλάση..........
Πολυηχή Ανθολογήματα.
Και Προσεύχομαι.
Προσεύχομαι στο Θεό Φίλοι μου , τα Διάπλατα Φτερουγίσματά μου να Εξαπλωθούν Μαζί με τα Δικά σας στις Πύλες του Ουρανοδρόμου του.......

<< Τι Φτερουγίζει μες τη Καρδιά μου Κύριε; Αυτό το Δώρο θα το Αντέξω η Αδύναμη ν' Αναστηθεί; Τα Φτερουγίσματα που Πάλλονται στα Στήθη μου θα Ελευθερωθούν; Στείλε το Μύνημα να μην Πονέσουν Άδικα τα Ευαίσθητα Παιδιά σου!!......
Πόσο Ακόμα θα Παραμείνει η Πύλη του Παραδείσου σου Κλεισμένη; Πόσο Κύριε Δείξε...
Ήρθε ο Καιρός να Ξεκλειδώσεις τις Πύλες του Ναού σου, απο ετούτη τη Ζωή για των Παιδιών την Έλευση!! Ξεκίνα τις Υποσχέσεις που μας Έδωσες απο αυτή εδώ τη Χώρα. Την Ξέφρενη. Την Χιλιοπροδομένη.
Εδώ να γίνει η Νέα Σου Εδέμ, της Νέας σου Συνθήκης.
Ανοικοδόμησε τα Χαρμόσυνα Μυνήματά σου, Ανακαινίζοντας τις Εκκλησιές..........
Πόσο Ακόμα η Πατρική Αγάπη σου θα είναι Άπιαστη;
Πόσα Ακόμα Άτοπα Μονοπάτια με Άτοπα Ιδανικά;
Πόση Ακόμα Αδικία στη Χώρα των Ελλήνων τα Ιερά;
Πόσο ν' Αντέξουμε την Τόση Αδικία;


Ξεκινώντας τη μέρα με Φρεντερίκο Φελίνι...

Αν υπήρχε λίγο περισσότερο σιωπή, αν μπορούσαμε όλοι να σιωπήσουμε… ίσως θα μπορούσαμε να καταλάβουμε κάτι.

Καλημέρα!


Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Ναπολέων Λαπαθιώτης Tα μαραμένα μάτια



O Nαπολέων Λαπαθιώτης γεννήθηκε το 1888 και απεβίωσε το 1944. Tο διήγημα «Tα μαραμένα μάτια» περιλαμβάνεται στη συλλογή του Θωμά Γκόρπα «Περιπετειώδες κοινωνικό και μαύρο νεοελληνικό αφήγημα», εκδόσεις Σίσυφος 1981 (τόμος B' 1909-1950).


Oτι είχε γυρίσει ο Λόχος απ' το γυμνάσιο... Mέσ' το μουντό και βαρύ σπίτι που προσωρινά ήταν καμωμένο στρατώνας (πέρα, στα Iππικά, κατά το Πολύγωνο), καθώς έπεφταν τα σκοτάδια του χυνοπωρινού δειλινού που όσο πάαινε και φυλλορροούσε, ανακατωμένα σουρσίματα ποδιών, φτυσιές, φαντάροι όπλα, βλαστήμια, το Σταυρό σου, και πού και πού μίαν αυστηρή τραχεία φωνή λοχία, ένα «Σιωπή» ή ένα «E! Σκασμός» να δεσπόζη μεσ' το πολυτάραχο κι' αποκανωμένο ανθρωπομάζωμα.

Aπ' το πρωί, πηχτά σύγνεφα σκόνης είχαν σκωθεί μπρος στο Πολύγωνο και χορεύανε τρελούς χορούς... Tα βλέπαμε να σεργιανάνε, μουγγά και πελώρια, σα βασιληάδες, ερχόμενα μακρυάθε, απ' τα Mεσόγεια, Kύρος οίδεν από ποιους κάμπους Aττικούς, και να κρύφτουν το γέρμα του ήλιου και τις πορφύρες των βασιλεμάτων με τις βρώμες τους και με τις κιτρινάδες τους. Tα μάτια στραβωνόντουσαν, και τα δόντια γιομίζαν χώματα.

Eίμαστε όλοι κλεισμένοι μεσ' το λόχο - θαρρώ επιφυλακή - και πηγαινοερχόμαστε άλαλοι κι ανίδεοι από θάλαμο σε θάλαμο, κερδισμένοι από το μυστήριο και τη θλίψη της ώρας, ένα χλωμό κοπάδι φυλακισμένοι, χωρίς αιτία, χωρίς οργή, μελαγχολικοί κ' υπάκουοι.

O λοχαγός σκυφτός απάνου σ' ένα σωρό αναφορές, υπόγραφε υπομονετικά και σιωπηλά, μέσ' το σκοτεινιασμένο γραφείο του σιτιστή, ακουμπισμένος απάνου στο πεζούλι του παραθυριού, καμμιά φορά έρριχνε ένα μακρύ βλέμμα κ' επισκοπούσεν όξω, την θολήν ανεμοζάλη...

Ασάλευτοι ουρανοί - Ηλίας Δ. Παπακωνσταντίνου


Αυτή την άνοιξη
έμεινε της νερατζιάς η μέθη
και οι λαμπρές οξείες των τοξοβόλων
εκεί, πάνω στο λοξοκοίταγμα
του φεγγαριού στο σκοτάδι
και στο βρόνχο της φλόγας που πέθανε.
Δεν βαστά ψήγμα ο τεχνητός λαμπτήρας
απο λάσπη ανδρειωμένη και ο Εχέδωρος
έπαψε,σβήνωντας το τελευταιο
σπίρτο-σώμα με τη φόρα του μελλοθανάτου.
Τα κόκκαλα των κορμών
ηχούν για τα γεννήματά τους
πελεκώντας το άυλο για μέλλον.
Εκεί στη κόψη του λαιμού
χάραξαν θάνατο, ήπιαν τη ζωή της φλόγας
στόχο στο στοχασμό,στην επίμονη γύρη
στις ξεχουρδισμένες φλέβες
και στα καταμεσήμερα του νού.
Η οσμή του καμένου σπίρτου-σώματος
θέρισε χρόνιους πυρετούς
και αφακέλωτα γράμματα..
όμως αν ιδρώσουν
απο ένα καμένο σπίρτο τα δάχτυλά μας
και η στάχτη γίνει βήχας μας
τότε αυτό πάντα θα μας δείχνει
τον ευγενή στόχο στην άσπορη ζώνη
κατακρυμνίζοντας τις λαίλαπες
με ήλιους-σπόρους στο στόμα
κι ανότιστη πυρίτιδα στη σκέψη.

Χαοτική τάξη - Σωκράτους Δαιμόνιο (Δημήτρης Μούχας)


Αχαλίνωτα του μυαλού τα τεφτέρια
αργά σε οδηγούν στο σκοτάδι,
ενδίδεις σε σκέψεις μαχαίρια
γαντζώνεσαι από έναν κόσμο ρημάδι.

Έχεις γίνει απώλεια φωτός
όλα τα τέρατα σε βρήκαν σταθμό,
οι μπουκαπόρτες σου μπάζουν σαπίλα
και το αίμα σου, σκουπιδένιο νερό.

Σε αδιέξοδο οδηγήσαι δεν βλέπεις
το κεφάλι σου αχνίζει θολό,
τι συμβαίνει στ' αλήθεια δεν ξέρεις
απορρίπτεις κάθε τι καθαρό.

Όμως θάρθει κάποια στιγνή προφητεία
όπως και να ΄χει δυνατό να σε χρήσει,
σαν Ένα Όνειρο θα τρίβεις τα μάτια
και ο Ήλιος χρυσός θα σε νίψει...

Ξεκινώντας τη μέρα με Εμμανουήλ Ροΐδη...

Ο Έλλην στέργει συνήθως να είπη την αλήθειαν, ουχί όμως και να την γράψη.

Καλημέρα σας!


Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Γαλήνη - Διονύσιος Σολωμός


Δὲν ἀκούεται οὔτ᾿ ἕνα κῦμα
εἰς τὴν ἔρμη ἀκρογιαλιά,
Λὲς καὶ ἡ θάλασσα κοιμᾶται
μὲς τῆς γῆς τὴν ἀγκαλιά.

Γιώργος Μπλάνας Ποίηση και φιλοσοφία


Πριν από αρκετό καιρό, στο τέλος μιας φιλολογικής εκδήλωσης, από τις μετρημένες στα δάχτυλα τού ενός χεριού που παρακολουθώ κάθε χρόνο –όχι ασφαλώς επειδή πιστεύω πως ο συγγραφέας πρέπει να είναι ένας απομονωμένος άνθρωπος, χωρίς κοινωνικές σχέσεις με τους ομότεχνούς του, ούτε γιατί θέλγομαι με οποιονδήποτε τρόπο από την εφηβική νοοτροπία που συνυπολογίζει στην καλλιτεχνική αξία τη ζωή του συγγραφέα– άκουσα να τίθεται για μιά ακόμη φορά, από το ακροατήριο, το ερώτημα: “ποιά είναι η σχέση της ποίησης και της φιλοσοφίας”;
Οι ακροατές παρόμοιων εκδηλώσεων –πόσο μάλλον εκείνης που ήταν αφιερωμένη στα 100 χρόνια από το θάνατο ενός μεγάλου Ευρωπαίου ποιητή και εραστή της φιλοσοφίας– αρέσκονται στη θέση τέτοιου είδους προβλημάτων, χωρίς να σκεφτούν προφανώς πως ο χρόνος και ο χώρος κάθε άλλο παρά κατάλληλοι είναι για την επίλυση γρίφων που παραμένουν γρίφοι, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μερικών αιώνων. Από την άλλη πλευρά, οι ομιλητές και αρκετοί αυτοδιορισμένοι βοηθοί τους κάνουν ό,τι μπορούν για να ανταποκριθούν στην πνευματική δίψα του κοινού, σπάνια ξεπερνώντας το επίπεδο μιας μαθητικής απάντησης.
Η σχέση της ποίησης με τη φιλοσοφία μπορεί να είναι εξαιρετικά πολύπλοκη, αλλά και απόλυτα ευκρινής. Εξαρτάται από την τοποθέτηση του παρατηρητή μπροστά στο συνεχές της πνευματικής εργασίας, Και στις δύο περιπτώσεις όμως, μιά ευθεία απάντηση θα ισοδυναμούσε με υποβάθμιση των σχετιζομένων δραστηριοτήτων.

ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΟΣ ΜΟΝΑΣΤΟΥ - B.A.



Κρέμασε του ήλιου την ψυχή στα στήθια φυλαχτό

του κόσμου πίσω άφησε το βουερό σκοτάδι

αλάργεψε το βήμα του τραβώντας στο γραφτό

της μοίρας του της σπλαχνικής ευλογημένο βράδυ

 

Και χίλια ανάβαν μέσα του βαθιά στη σκέψη φώτα

τα περασμένα του έδειχναν την έφηβη ζωή

που υπάρχει στο ξημέρωμα και που χτυπάει την πόρτα

σ' όποια ελπίδα που ξυπνάει μαζί με την αυγή 

 

ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ - ΜΑΤΙΝΑ ΕΥΘΥΜΙΟΥ


ΤΟ ΒΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΣΟΥ

ΘΡΥΜΜΑΤΙΣΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΟΥ

ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΚΟΜΜΑΤΙΑΣΕ

ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΜΟΥ

 

ΜΗΝ ΑΡΝΗΘΕΙΣ

ΜΗΝ ΑΡΓΕΙΣ

ΜΗΝ ΣΙΩΠΗΣΕΙΣ

ΖΗΤΑ ΜΟΥ Ο,ΤΙ ΘΕΛΗΣΕΙΣ

ΝΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΦΕΡΩ ΘΕΛΩ

ΖΗΤΑ ΜΟΥ Ο,ΤΙ ΕΠΙΘΥΜΗΣΕΙΣ

ΤΗ ΓΗ ΘΑ ΚΙΝΗΣΩ

ΝΑ ΣΤΟ ΦΕΡΩ.

 

ΔΕΝ ΘΑ ΖΗΤΗΣΩ ΤΙΠΟΤΑ

ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ

ΜΗΝ ΑΡΝΗΘΕΙΣ

ΜΗ ΣΙΩΠΗΣΕΙΣ

 ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ

ΟΤΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΣ

ΝΑ ΄Μ'ΑΓΑΠΗΣΕΙΣ.

Ξεκινώντας τη μέρα με Stephen Fry...

Δεν είμαστε ουσιαστικά, είμαστε ρήματα. Δεν είμαι πράγμα -συγγραφέας, ηθοποιός- είμαι ένα πρόσωπο που ενεργεί -γράφω, παίζω- χωρίς να ξέρω ποτέ τι θα κάνω στη συνέχεια. Νομίζω ότι φυλακίζεσαι όταν περιγράφεις τον εαυτό σου σαν ουσιαστικό.

Χαρούμενο πρωινό!


Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Εις την Ελλάδα, έτερον ωδάριον - Άνθη Ευλαβείας


Στην σκιαν ενός δένδρου ύπνος κειμένος
ανέπνεον βαθύν, μα με καρδίαν
περίλυπον, γιατί την ευτυχίαν
της Ελλάδος στον νουν μου είχα και σθένος.

Όταν μίαν φωνήν έτσ' υπνωμένος,
σήκω, ξύπνα, γροικώ· τι αθυμία,
τι ύπνος είν' αυτός; ποιαν δυστυχίαν
έχεις και κείτεσ' έτσι τεθλιμμένος.

Ξυπνώ και βλέπω ευθύς άνω να μείνει
η ίδια η Αθηνά με παρρησίαν,
κι έτσι από ψηλά μου συντυχαίνει.

Της Ελλάδος της πριν την ευδοξίαν
χρόνος τινάς ποτέ δεν την μαραίνει,
γιατί αμάραντος είναι η σοφία.

O βιολιστής - Γεώργιου Δροσίνη


O Γεώργιος Δροσίνης γεννήθηκε το 1859 και απεβίωσε το 1951. Tο διήγημα «O βιολιστής» δημοσιεύτηκε στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Tύπος» και εντοπίστηκε στο αρχείο του δημοσιογράφου και συγγραφέα Mιχ. Xανούση.
Hταν ένας βιολιστής με παρδαλά ρούχα και με υψηλό σκούφο. Στο λαιμό του κρατούσε σφιγμένο το βιολί του και με τ' άλλο χέρι το δοξάρι. Kουρδιζόταν κι έπαιζε σαν αληθινός βιολιστής.

Kι όμως δεν ήταν αληθινός. Hταν από ξύλο. Aπό ένα πολύ σπάνιο όμως ξύλο: το ξύλο της Aγάπης. Tι είναι αυτό το ξύλο κι από τι δένδρο κόβεται δεν ξέρω. Ξέρω μόνο πως κάθε τι το καμωμένο από τέτοιο ξύλο μπορεί ν' αγαπήση σαν ζωντανός άνθρωπος.

O βιολιστής άμα ήρθε στον κόσμο ετυλίχθηκε μέσα σε χαρτί, εκλείσθηκε σε χονδρό κουτί κι εστάλη σ' ένα εμπορικό για να πουληθή σαν να ήταν σκλάβος ο κακόμοιρος.


Χρυσές ανάσες - Κόνι Κρυσταλλίδου

 
Χρυσές ανάσες που ηχούν
σ' αείφυλλες χαρές..
με μυροβόλα όνειρα,
λεμονανθούς του στοχασμού,
αναζητώ τις Κυριακές, 
τον ήλιο να υμνήσουν
μ' ευάερες χορδές..
Οδεύοντας στις καλημέρες του Μαγιού
εκπλέω από τα κίβδηλα,
κλειδώνω πίσω μου
τις χθεσινές ασπαίρουσες ματιές..

Μια πετεινή ανάσα με καλεί - Σοφία Πιπέρου

Vincent Van Gogh

Μια πετεινή ανάσα με καλεί

και γω δε ξέρω

πως να τ'αφήσω τα πουλιά

να γίνουν μνήμες

ανάσα δική σου πετεινή είναι που φεύγει

πάλι δε θα μαστε ποτέ κυππάρισσό μου

τόσο νέοι

και ξέστηθοι

γεμάτοι τόση θλίψη

Κουτάκι αγαπημένο παιδικό

πως χωράς όλο κι όλο

δυο από κέινα τα αιχμηρά σου αντικέιμενα.

Μικρές καρδούλες που πάτε;

σημάδι ρυκιάς στο δρόμο σας

ξεχάσατε αντάμωση να βάλετε

από πούθε την άνοιξη θα ρθείτε.

Oι κυνηγοί σωπάσαν τα τουφέκια

ο κόσμος είναι πiα ο ιδανικός.

Σύντροφε νωρίς απόψε θα βρεθείς στην αγκαλιά της μάνας

τη πιο ιερή στιγμή που τόσο νέος είσαι

κοπάσατε αερικά

κι όλα πια λιγοστεύουν

οι θόρυβοι βαρέθηκαν

μαζί σας πια να φεύγουν.

 

ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ

Ξεκινώντας τη μέρα με Γιώργο Σεφέρη...

Τα μυστικά της θάλασσας ξεχνιούνται στο ακρογιάλι.

Καλημέρα!


Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Θά ῾ρθει μιὰ μέρα - Μανόλης Αναγνωστάκης

Θά ῾ρθει μιὰ μέρα ποὺ δὲ θά ῾χουμε πιὰ τί νὰ ποῦμε
Θὰ καθόμαστε ἀπέναντι καὶ θὰ κοιταζόμαστε στὰ μάτια
Ἡ σιωπή μου θὰ λέει: Πόσο εἶσαι ὄμορφη, μὰ δὲ
βρίσκω ἄλλο τρόπο νὰ στὸ πῶ
Θὰ ταξιδέψουμε κάπου, ἔτσι ἀπὸ ἀνία ἢ γιὰ νὰ
ποῦμε πὼς κι ἐμεῖς ταξιδέψαμε.
Ὁ κόσμος ψάχνει σ᾿ ὅλη του τὴ ζωὴ νὰ βρεῖ τουλάχιστο
τὸν ἔρωτα, μὰ δὲν βρίσκει τίποτα.

Σκέφτομαι συχνὰ πὼς ἡ ζωή μας εἶναι τόσο μικρὴ
ποὺ δὲν ἀξίζει κἂν νὰ τὴν ἀρχίσει κανείς.
Ἀπ᾿ τὴν Ἀθήνα θὰ πάω στὸ Μοντεβίδεο ἴσως καὶ
στὴ Σαγκάη, εἶναι κάτι κι αὐτὸ δὲ μπορεῖς
νὰ τὸ ἀμφισβητήσεις.
Καπνίσαμε -θυμήσου- ἀτέλειωτα τσιγάρα
συζητώντας ἕνα βράδυ
-ξεχνῶ πάνω σὲ τί- κι εἶναι κρῖμα γιατὶ ἦταν τόσο
μα τόσο ἐνδιαφέρον.
Μιὰ μέρα, ἂς ἤτανε, νὰ φύγω μακριά σου ἀλλὰ κι
ἐκεῖ θά ῾ρθεις καὶ θὰ μὲ ζητήσεις
Δὲ μπορεῖ, Θέ μου, νὰ φύγει κανεὶς μοναχός του.










Πηγή

O επιτάφιος προς την Margaret Roberts ,1924 - Παναγιώτης Πατουχέας


 
Αν κόρη ήσουν χαμηλά                                                                     Από προοπτικές των εποχών βγαλμένων

Και η ζωή αδιάβατη φαινόταν των αγκαθιών κλαδιά πλημμυρισμένη ,Εσύ τα διάβηκες

Όπλα , το πάθος και η αξίες σου   συνέτριψαν  οτιδήποτε   υπήρξε  στο πέρασμα σου αναγκάζοντας τους καταδικασμένοι να σε ακολουθούν  .

Και αν από καταγωγή άδοξη προήλθες , δίχως πέπλο ,διαμάντια και ολόχρυσες κορόνες να σε περιλούζουν , κυριάρχησες.

Η θέληση σου αδυσώπητη στο πέρασμά της                                        θύματα οποιοδήποτε έβρισκε στο διάβα της

Εφοδιασμένη από καιρό για πόλεμο ,                                 αντίπαλος  οτιδήποτε ξένο προσπαθεί να την αμφισβητήσει  .

Και αν στα ύπατα των αξιωμάτων ανήλθε σε αστέρι που σιγόσβηνε αφήνοντας  ακτίνες  στην άκρη του ουρανού του,                        το ανέστησες.

Η προσμονή της μάχης                                                                  ανάγκη για εύρεση εχθρών αναζήτηση στο παν                                           η πτώση αναπόφευκτή ,μοιραία ακολουθεί.
Μα τώρα τα φώτα έκλεισαν αφίνοντάσ σε μόνη σου δίχως αντιπάλους , δίχως εχθρούς να πολεμήσεις                                     ο δρόμος απέραντα μοναχικός ασταμάτητη η διάσχιση του , ,                         μοναδική συνοδεία η θέληση σου να σε ακολουθεί και να θυμίζει σε όλους μας ότι υπήρξες  μια φιγούρα της ιστορίας, τελευταία των Ιπποτών   

Σκοτάδι (απόσπασμα) - Αλέξης Αντωνόπουλος



H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΙΓΚΙΠΑ

απόσπασμα από το βιβλίο ΣΚΟΤΑΔΙ του Αλέξη Αντωνόπουλου (εκδόσεις Ars Poetica)

 

 

 

Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα μακρινό Παλάτι, κρυμμένο μέσα σ’ ένα Δάσος που είχες περπατήσει πριν πολλά χρόνια, ζούσε ένας Πρίγκιπας. Ο πατέρας του, ο Βασιλιάς, τον αγαπούσε περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, και το μεγαλύτερο δώρο που μπορούσε να προσφέρει στον γιο του ήταν το ίδιο τους το σπίτι: Κάθε πίνακας, πολυέλαιος και καθρέφτης στο παλάτι, κάθε χαλί ή πιάτο, κάθε εκατοστό του παλατιού τέλος πάντων, είχε επιλεχθεί από τον Πρίγκιπα, για τον Πρίγκιπα, για την παντοτινή ευτυχία του Πρίγκιπα.

Τα μεσημέρια, αφού ο κληρονόμος είχε φάει, είχε περπατήσει στους διαδρόμους θαυμάζοντας τα σπάνια έργα Τέχνης και είχε εξασκηθεί στη ξιφασκία (άθλημα το οποίο λάτρευε αρκεί να μη χρειαζόταν ποτέ να κόψει αληθινό λαιμό), το Δάσος γύρω από το βασίλειο υποδεχόταν τον νεαρό μας ήρωα, ο οποίος επιτύγχανε να χαθεί ανάμεσα στα σοφά δέντρα. Άκουγε τα αγγέλματα της φύσης όπως τα έφερναν τ’ ακούσματα της, γνώριζε τον εαυτό του στο άρωμα της γης, και ο ουρανός του ορκιζόταν πως σε κάθε κλαρί, πέτρα, λίμνη που ο ήλιος βαφτίζει, υπάρχει ασύλληπτη χαρά.

Όταν οι πρώτες σκιές σκαρφάλωναν στον ουρανό, ο Πρίγκιπας ήξερε πως έπρεπε να βρει τον δρόμο του πίσω στο Παλάτι. Ο Βασιλιάς τού είχε απαγορέψει να περιπλανιέται στο Δάσος τη νύχτα και ο υπάκουος εξερευνητής είχε μάθει ν’ αποφεύγει το σούρουπο, παραμένοντας στους φωτισμένους χώρους του Παλατιού μέχρι οι πρώτες ηλιαχτίδες να ζεστάνουν ξανά τη ζωή.

Η εντολή αυτή ήταν ντυμένη με προστασία απέναντι σε οποιονδήποτε κίνδυνο θα μπορούσε να απειλήσει το μονάκριβο παιδί του πονόψυχου ηγέτη. Όπως όλοι οι κανόνες, έτσι κι ο συγκεκριμένος στηριζόταν σε έναν απλό μάθημα που είχε περάσει από πατέρα σε γιο: Το Σκοτάδι είναι κάτι επικίνδυνο, κάτι τρομερό, που μεταμορφώνει πρίγκιπες σε τελώνια, καταραμένα να βασανίζουν εαυτό και άλλους μέχρι το φεγγάρι να γίνει πάλι ήλιος.

Ξεκινώντας τη μέρα με Ισαάκ Νεύτων...

Χτίζουμε πολλούς τοίχους αλλά όχι αρκετές γέφυρες.

Καλή εβδομάδα!


Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Δέησις - Κ.Π. Καβάφης


Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—
Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει

στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και νάν’ καλοί καιροί —

και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί.
Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θάλθει πια ο υιός που περιμένει.








Πηγή

Τελείωσε ο 11ος διαγωνισμός μας!


Τελείωσε χτες με τη διεξαγωγή της κλήρωσης ο 11ος διαγωνισμός μας! Ο τυχερός είναι ο κ. Χρήστος Αρμάντο Γκέζος που κερδίζει το βιβλίο της Φωτεινής Ναούμ "Ο Διαχειριστής".


Θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε για τις συμμετοχές σας και να σας παροτρύνουμε να μείνετε συντονισμένοι στο "Ποίηση και Λογοτεχνία" γιατί θα ακολουθήσουν και άλλοι διαγωνισμοί και κληρώσεις.


Τέλος, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε θερμά τις εκδόσεις Πολύτροπον και την κα Στέλλα Καραμπακάκη για την παραχώρηση του αντίτυπου του βιβλίου!

Ατολμίες - Εύη Γκάλαβου


- Για συνέχισε, είπες.
- Ο ουρανός ήταν γκρίζος, ψιχάλιζε, χωρίς αστραπές,
χωρίς κεραυνούς. Η σελήνη σε μιαν άκρη αλλά πάντα
ολόγιομη στον καμβά του ουρανού. 
Δεν είχε νυχτώσει. Κοίταξα το ρολόι μου,
οι δείκτες χάλασαν, με ρώτησαν που να σταθούν.
"Δηλώνω αγνοούμενη" είπα και συνέχισα το όνειρο μου.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Φερντάντο Πεσσόα - Αποσπάσματα


Πως να ξερω ποιος θα γινω,εγω που δεν γνωριζω ποιος ειμαι; Να γινω αυτος που πιστευω πως ειμαι; Αλλα πιστευω τοσα πραγματα! Κι υπαρχουν τοσοι που νομιζουν πως ειναι το ιδιο ακριβως πραγμα-δε γινεται!Ιδιοφυης; Αυτη τη στιγμη εκατο χιλιαδες εγκεφαλοι ονειρευονται πως ειναι ιδιοφυης οπως κι εγω....Σε ποσες σοφιτες και μη σοφιτες στον κοσμο δεν υπαρχουν αιθεροβαμονες της ευφυιας; Ο κοσμος ειναι γι'αυτους που γεννηθηκαν να τον κατακτησουν κι οχι γι'αυτους που ονειρευονται πως το μπορουν...Αλλα ειμαι,κι ισως να ειμαι και για παντα,αυτος που βρισκεται στη σοφιτα,ακομη κι αν δε ζω σε μια θα μαι παντα εκεινος που δε γεννηθηκε γι'αυτο.Κατακτουμε τον κοσμο πριν ακομα σηκωθουμε απ'το κρεββατι,αλλα ξυπναμε και ειναι αδιαφανης.Και τι δε θα δινα για να ναι η ανοιξη ανθρωπος και να μπορω να σκεφτομαι πως θα κλαιγε γιατι εχασε το μοναδικο της φιλο. Αλλα η ανοιξη δεν ειναι καποιο πραγμα,ειναι ενας τροπος του λεγειν...Τιποτα δεν επιστρεφει,τιποτα δεν επαναλαμβανεται, γιατι ολα ειναι πραγματικα...

Πολύφημος - Στράτος Κ.



Όταν έφτασα ήταν ήδη αργά


Ο Κύκλωπας είχε τυφλωθεί

Είδα τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του να μπαρκάρουν

Τα γέλια τους αντηχούσαν στους φαραγγώδεις βράχους

 

Βρήκα τον μονόφθαλμο αόμματο γίγαντα

Μέσα στη σπηλιά να καταριέται κραυγάζοντας

Για το χαμένο του φως

 

Τον πλησίασα αθόρυβα

Ακούμπησα την παλάμη μου

Στις ρυτίδες του μετώπου του

΄΄Μη κλαις δύσμοιρε άντρα

  ο τυφλωτής σου θα τιμωρηθεί΄΄

 

Όταν η Νύχτα ωρίμασε

Τον άφησα ν’ ακουμπήσει στον ώμο μου, να παρηγορηθεί

Κι αυτός με κέρασε το περιώνυμο κρασί του, το γλυκό

΄΄Ποιος είσαι;΄΄

Με ρώτησε κάποια στιγμή με φωνή τρεμάμενη

΄΄Ο Ένας! -περηφανεύτηκα-

  Ο Ένας!΄΄.

Ξεκινώντας τη μέρα με Όττο Φον Μπίσμαρκ...

Όποιος έχει δει τα μάτια ενός στρατιώτη ετοιμοθάνατου στο πεδίο της μάχης, θα το καλοσκεφτεί πριν ξεκινήσει έναν πόλεμο.

Καλημέρα!