Ένας αητός χρυσόφτερος, που ’ρθε να ξαποστάσει
στο αψηλότερο κλωνί ενός δεντριού που στέκει
ορόσημο γης κι ουρανού, απλώνει τα φτερά του
στα δαντελένια φύλλα του κι όπως το αγκαλιάζει
του λέει αυτό π’ από καιρό βαθιά τον βασανίζει:
-Δρακόδεντρο συμπάθαμαι όπου θα σε ρωτήσω
πως έφτασες ’δω στα ψηλά πλάι μου να ριζώσεις
που το μυαλό βυθίζεται στου ίλιγγου τη ζάλη;
Μολόγα μου το μυστικό γιατί αν κι αετίσιος
ο νους μου χρόνια δεν μπορεί εξήγηση να δώσει!...
Και το τραχύκορμο δεντρί όπου αιώνες στέκει
λικνίζοντας τα κλώνια του στου χρόνου την αιώρα,
είπε στ’ αγέρωχο πουλί που διάλεξε θρονί του
το πιο ψηλό ακρόβραχο, τον κάμπο ν’ αγναντεύει
θωρώντας όσα δεν μπορούν να δουν της γης τ’ αγρίμια:
-Κάποτε αγέρας δυνατός μ΄ άρπαξε στη φορά του
απ’ άγριο Δρυ και με ’φερε σπυρί στο ριζοβούνι
και βρήκα απόσκιο να σταθώ του βράχου τη σχισμάδα
κόρφο, που πάνω τ’ έγειρα κι άρχισα να βυζαίνω
τις δροσοστάλες της αυγής π’ όρθωσαν το κορμί μου!
Τις κρύες νύχτες του χιονιά ζέσταινα τα αγρίμια
ταγίζοντας τα απλόχερα με τους στυφούς καρπούς μου,
που όταν δεν ξεφεύγανε των κυνηγών τα βόλια,
τους σκέπαζα με τα δασιά φύλλα της φορεσιάς μου
και τις πληγές τους γιάτρευα μ’ ανέγγιχτα βοτάνια…!
Στη ντάλα του καλοκαιριού πρόστρεχαν στρατοκόποι,
κατάκοποι να κοιμηθούν. κάτω απ’ τη σκιά μου
γροικώντας το νανούρισμα που ’ρχονταν απ’ το ρέμα
που κροταλούσε αγγίζοντας του φαραγγιού τις πέτρες
και γέμιζαν τα στήθη τους δροσιά καθάριου αέρα…!
Όμως για πες μου αητέ που βασιλιά σε κράζουν
εσύ που από τα σύννεφα της αστραπής μαζεύεις
τη φλόγα τη λευκόχρυση να τη φορείς γιορντάνι
πως γίνεται και αψηφάς βροντές κι αστροπελέκια;
Των κυκλανέμων τις στροφές πως γίνεται κι αντέχεις;
Ο αητός ξαφνιάστηκε και πέτρωσε η φωνή του.
Τι ν’ απαντήσει; Τι να πει; Τα ’χασε και πασχίζει
ν’ ανοίξει τις φτερούγες του αλάργα να μισέψει,
μα το δεντρί τον σταματά κόβοντας τη φορά του
και κείνος σύγκορμος ριγά μέχρι τ’ ακρόνυχα του!
- Σ’ αυτή τη πλάση, άρχοντα, έχει ο Θεός μοιράσει
του καθενός τη πόρεψη και το δικό του ρόλο!..
Εγώ, ’να τόσο δα σπυρί, στ’ ανέμου το γιουρούσι
μέσα σε σκόνες και νεκρά ξερόφυλλα ’δω πέρα
φύτρωσα αχαμνό κλαρί κι έγινα δρακοδέντρι,
ενώ εσύ τρανό πουλί, πρέπει να στο θυμίσω,
ήρθες μες στο περίβλημα ενός αυγού κλισμένος
σε τσόφλι μέσα δηλαδή σαν κείνου του σπουργίτη
του φλύαρου μικρού πουλιού π’ αποκαλούν αλήτη!
Το ιστολόγιο σας είναι το ό,τι καλύτερο για να καταχωρούμε τα ποιήματα μας. Σας ευχαριστώ πολυ. Το e-maile μου είναι frag1933@gmail.com Μπορώ να σας στλνω βίνταιο μελοποιημένων στίχων μου;
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://youtu.be/deTE7u64ls8
ΑπάντησηΔιαγραφή