Σ’
οριζόντων πορφύρες ταξιδεύουν πετούμενα
Μες
τα σπλάχνα η νύχτα μύρια σέρνει μελλούμενα
Απ’
του αγνώστου τα βάθη δρακοντίζονται
όνειρα
Τα
ξεπλένουν του κόσμου λασπωμένα απόνερα
Μαύρο
κι άσπρο χορεύουν σε μακριά χρονοπλέξουδα
Με
του κέρδους ελπίδα με της λύπης τα έξοδα
Και
περνάει το ποτάμι που στα έσχατα σέρνεται
Πλάνη
ήλιου αχτίδα σε σκιές παραφέρνεται
Ω!
τριγύρω τα ίδια παραλόγου φτερόεντα
Φατνισμένα
στη θλίψη μ’ουρανό αστερόεντα
Σεληνιάζει
η σκέψη και το βλέμμα σαρκάζεται
Κυκλοτρόπως
η νύχτα βαθμηδόν αφουγκράζεται
Αοράτως
αέρι στο σκοτάδι συνθλίβεται
Ζώο
λόγγου κραυγάζει για το τίποτα θλίβεται
Και
διαβαίνουν ρομφαίες στο μεγάλο παράπλανο
Μες
το μάτι του χρόνου το τρελό και το άπλανο
Β.Α.
Πανέμορφο , τόσο λυρικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι τόσο ωραίο να υπάρχει σε ένα ποίημα η μεταφορά της κατανυκτικής ατμόσφαιρας σε μια τραγική και τελικά σε μια ελπιδοφόρα.
Πολύ πολύ ωραίο!!