Η Πολυδούρη δημοσίευσε το πρώτο της ποίημα το 1916, με τίτλο Ο πόνος της μάνας, εμπνευσμένο από το μανιάτικο μοιρολόι που άκουγε στα παιδικά της χρόνια στο Γύθειο. Το 1928, έτος θανάτου του Καρυωτάκη, δημοσίευσε την ποιητική συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν» και το 1929 τη συλλογή «Ηχώ στο χάος». Τα άπαντα της εκδόθηκαν το 1961 με επιμέλεια της Λιλής Ζωγράφου, με προσθήκη αδημοσίευτων ποιημάτων, ενώ το 1981 ο Τάκης Μενδράκος επιμελήθηκε μια νέα έκδοση των απάντων με την προσθήκη μιας νουβέλας που είχε ολοκληρώσει το 1925 στη Φτέρη του Αιγίου, ατιτλοφόρητης, που αργότερα πήρε το όνομα Μυθιστόρημα. Στην εργογραφία της επίσης εντάσσεται το Ημερολόγιο της, καθώς και κάποιες μεταφράσεις γαλλικών ποιημάτων. Υπάρχουν, εντούτοις, ακόμη άγνωστα κομμάτια του έργου της.
Τα ποιήματα της χαρακτηρίζονται από πρωτογενή λυρισμό και υπέρτατη αξία της ζωής θεωρεί τον έρωτα. Με έντονα τα συναισθήματα, η ίδια γράφει αυθόρμητα, αδυνατώντας ή αδιαφορώντας να υποτάξει το λυρισμό της σε συμμετρικά σχήματα. Παρότι η θεματολογία της δεν ξεπερνά το τετριμμένο και κοινότοπο, η γλώσσα και ο στίχος της δεν είναι επιμελώς επεξεργασμένα, πολλές φορές πλατειάζει ή ρέπει στο μελοδραματισμό, εντούτοις η γνησιότητα του πάθους και ο λυρισμός της διασώζουν την ποίηση της. Αδικημένη από την κριτική, η οποία την είδε παραπληρωματικά του Καρυωτάκη, λόγω της καταλυτικής του λογοτεχνικής προσωπικότητας και του μεταξύ τους δεσμού, για πολλά χρόνια ήταν καλυμμένη πίσω από τη δική του ποίηση.
Η Μαρία Πολυδούρη ήρθε κι έφυγε από τη ζωή σαν αστραπή, χωρίς να προσγειωθεί κι υπάρξει σα συνηθισμένος άνθρωπος. Η Μαρία Πολυδούρη δεν είναι ηρωίδα ρομάντζου. Γεννήθηκε και έζησε σε μια εποχή συντηρητική, που τη συνέθλιψε. Δεν υπήρξε μόνο θύμα του εαυτού της - είναι αλήθεια ότι διακατεχόταν από μια ανίκητη τάση αυτοκαταστροφής- αλλά και του κλίματος που επικρατούσε γενικά και ιδιαίτερα της κοινωνικής μοίρας της ως γυναίκα. Eξετάζοντας αυτό το αστέρι του αιώνα μας που τόσο μικρή τροχιά διένυσε θα διαπιστώσουμε από τη μία μεριά, μια αντίθεση ανάμεσα στις ιδέες της και τις αρχές της και από την άλλη, στο ποιητικό της έργο.
Ενώ οι ιδέες της είναι πολύ προοδευτικές για την εποχή, η ποίησή της -επηρεασμένη, αναμφισβήτητα, σε μεγάλο μέρος από τον Καρυωτάκη- διακρίνεται για το στοιχείο του πεσιμισμού:
Υμνεί τον έρωτα και τον θάνατο. Είχε ριζώσει τότε ο νεορομαντισμός, που διαπότιζε την ποίηση. Ομως, στον πεζό λόγο είναι αδέσμευτη. Τόσο στο ημερολόγιό της όσο και στην άτιτλη νουβέλα της παρουσιάζει τις αντιλήψεις της εποχής και σαρκάζει τις συμβατικότητές της.
Οι αντίθετες αυτές πλευρές συνθέτουν μία από τις σπάνιες προσωπικότητες και ολοκληρώνουν έναν ακέραιο άνθρωπο. Ενα πνεύμα σταθερό, ανυποχώρητο και ασυμβίβαστο, που εύκολα δεν μπορούσε να το «σηκώσει» το πνεύμα των καιρών. «Τι θαρραλέα και τι σπουδαία γυναίκα!», γράφει η Λιλή Ζωγράφου στο βιβλίο της «Καρυωτάκης, Πολυδούρη και η αρχή της αμφισβήτησης».
«Φυσούσε μέσα της ένας σίφουνας, που την έσπρωχνε να πηδά άφοβα πάνω από τους ανόητους φραγμούς που την εμπόδιζαν να δει την αλήθεια. Αυτός ο σίφουνας τη σήκωσε στα 18 της -τόλμημα τρομαχτικό- από την Καλαμάτα και την έφερε στην Αθήνα του ’20».
Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ποίησής της
Άμεση σύνδεση ζωής κι έργου. Για την Πολυδούρη η ζωή και τα βιώματα της υπήρξαν το κύριο υλικό της ποίησης της, στην οποία τα έδινε άμεσα και αυθόρμητα.
Λυρισμός, γνώρισμα της νεορομαντικής σχολής, ο οποίος είναι διάχυτος σε όλη την έκταση της ποίησης της.
Σταθερά θέματα της ποίησης της είναι ο έρωτας κι ο θάνατος. Η αγάπη και ο θάνατος της, η προσπάθεια να την ξαναζήσει έστω και μέσω της ποίησης και η προσωπική της πορεία προς το θάνατο χαρακτηρίζουν άμεσα τα έργα της.
Ποίηση πηγαία, φυσική και ανεπιτήδευτη, με ειλικρίνεια συναισθημάτων, εσωτερική πνοή κι έντονο συναισθηματισμό.
Ποίηση στην οποία καθρεφτίζεται η γυναικεία ψυχολογία.
Μουσικότητα και υποβλητικότητα του στίχου, στοιχεία των νεοσυμβολιστικών της καταβολών.
Επίδραση από τον καρυωτακισμό (μετά την αυτοκτονία του Καρυωτάκη, το 1928, ο «καρυωτακισμός» διαποτίζει τη νεοελληνική ποίηση, μια τάση μίμησης της ποίησής του, που εκδηλώνεται ως αποστροφή στη ζωή, πεσιμισμός, μεμψιμοιρία).
Αδυναμία στη γλωσσική επεξεργασία και την τεχνική του στίχου, κοινότοπα θέματα και εικόνες.
Η εποχή της
Ζώντας η Πολυδούρη στην εποχή της διάψευσης των ελπίδων του εθνικού οράματος της δημιουργίας της Μεγάλης Ελλάδας και των ποικίλων προβλημάτων που η Μικρασιατική Καταστροφή προκάλεσε, της δημιουργήθηκαν, όπως και σε πολλούς ποιητές της γενιάς της, απογοήτευση, μελαγχολία, αίσθηση του αδιεξόδου, αμφισβήτηση των ιδανικών που ενέπνευσαν τις παλαιότερες γενιές των λογοτεχνών. Έτσι, διαμορφώθηκε η νεορομαντική-νεοσυμβολιστική σχολή, στην οποία και η ποιήτρια εντάχθηκε. Η ίδια ακολουθεί τη σχολή αυτήν και γράφει ποίηση που χαρακτηρίζεται από μουσικότητα, ατμοσφαιρικότητα και μελαγχολία. Στόχος της σχολής είναι επίσης ο εκσυγχρονισμός της παραδοσιακής μετρικής ποίησης, που επιτυγχάνεται με παρεκκλίσεις από τους αυστηρούς κανόνες, προκειμένου να επιτευχθεί ο λυρισμός. Επηρεάζεται, επίσης, άμεσα από τον κύριο εκπρόσωπο της σχολής αυτής, τον Κώστα Καρυωτάκη, ο οποίος την ενέπνευσε τόσο ως καλλιτέχνης, αλλά κι ως άνθρωπος λόγω του ερωτικού τους δεσμού. Από τους νεορομαντικούς διαφοροποιείται ως προς το γεγονός ότι η ίδια μετέφερε στα ποιήματα της άμεσα τα βιώματα και συναισθήματα της, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους εκπροσώπους, για τους οποίους αυτά αποτελούσαν την πρώτη ύλη της ποίησης τους.
Παρατήρηση: Νεορομαντικοί-Νεοσυμβολιστές ποιητές του Μεσοπολέμου
Οι ποιητές του Μεσοπολέμου που έγραψαν στο διάστημα 1910-1930 περίπου διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά που τους διαφοροποιούν από τους προγενέστερους ποιητές που εμφανίστηκαν μετά τον Παλαμά. Η ποίησή τους διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό υπό την επίδραση των ιστορικών γεγονότων και των πολιτικοκοινωνικών συνθηκών της περιόδου. Έτσι απέχει πολύ από την πατριδολατρία του Παλαμά, την έντονη λυρική διάθεση του Σικελιανού, τις σοσιαλιστικές ιδέες του Βάρναλη. Είναι ποίηση χαμηλών τόνων, που δείχνει εικόνα διάλυσης και παρακμής, χωρίς πίστη στις μεγάλες ιδέες που ως ένα βαθμό καθοδηγούσαν το έργο των προηγούμενων μεγάλων ποιητών. Κυρίαρχη μορφή αυτής της γενιάς είναι ο Κώστας Καρυωτάκης
Γενικά χαρακτηριστικά
· απαισιοδοξία, μελαγχολία, αίσθηση του ανικανοποίητου του αδιεξόδου
· απουσία ιδανικών, θρήνος για την απώλειά τους
· στροφή στο άτομο
· καταφύγιο στην ονειροπόληση και τη φυγή
· περιφρόνηση της κοινωνίας
· επίδραση από τον γαλλικό συμβολισμό
· προσπάθειες ανανέωσης της παραδοσιακής ποίησης τόσο σε στιχουργικό επίπεδο ("παραβίαση" της αυστηρής μορφής του παραδοσιακού στίχου), όσο και σε επίπεδο περιεχομένου (σταδιακή χαλάρωση της λογικής, εμφάνιση του συνειρμού στη σύνθεση των ποιημάτων).
Η Μαρία Πολυδούρη έζησε στις αρχές του 20ου αιώνα . Ιστορικά την περίοδο (1902 -1930) τη χαρακτήρισε η φυσιογνωμία του Ελευθέριου Βενιζέλου. Μια εποχή αντιφατική, αφενός οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912 - 1913, που επέκτειναν τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας και της διασφάλισαν την Κρήτη και τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και αφετέρου ο εθνικός διχασμός και η Μικρασιατική καταστροφή, που έθεσαν σε νέα βάση κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική τη ζωή της Ελλάδας.
Μετά το 1922 διάχυτος είναι ο πεσιμισμός και ο αποπροσανατολισμός στην ελληνική κοινωνία καθώς η ζωή φαίνεται να έχει απογυμνωθεί από ιδανικά. Σ' αυτή τη δύσκολη συγκυρία έρχεται η λογοτεχνία να θρηνήσει την κάθε είδους απώλεια, άλλοτε κατηγορώντας την κοινωνία , ότι κατέλυσε τα ιδανικά με την καταστροφική πεζότητά της ( Κ. Ουράνης, Ν. Λαπαθιώτης, Ρ. Φιλύρας ) και άλλοτε σαρκάζοντάς την γιατί εξόρισε τα ιδανικά. ( Κ Καρυωτάκης).
Η ηττοπάθεια, η απογοήτευση, η μελαγχολία, η αίσθηση του αδιέξοδου κι ανικανοποίητου, η αναζήτηση μιας μάταιης πολλές φορές αγάπης και τρυφερότητας, η παραίτηση από την ελπίδα, η απομόνωση στον προσωπικό χώρο, η επιθυμία ενός ανέφικτου ονείρου ως χαρακτηριστικά μιας εποχής εκφράζονται στην ποίηση με το ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟ - ΝΕΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟ, υπογραμμίζοντας έτσι τη θεμελιώδη αρχή των νεορομαντικών ότι η αλληλεπίδραση ζωής και έργου μπορεί να φτάσει έως και την ταύτιση ζωής και έργου.
«Φύσει» και «θέσει» ρομαντική η Μαρία Πολυδούρη θεωρείται γνήσια εκπρόσωπος της εποχής της . Αυτό που την διακρίνει από τους συνοδοιπόρους της ποιητές είναι ότι τα συναισθήματά της ατόφια τα μετέφερε αυτόματα στην ποίησή της. Έγραφε με στόχο τη λύτρωση, για να συνεχίσει να ζει. Το έργο της υπηρέτησε τη ζωή της.
Η γνωριμία της με τον Κώστα Καρυωτάκη ήταν καθοριστική. «Η ψυχή μου και η αγάπη γεννήθηκαν την ίδια μέρα.. Γεννήθηκα για ν ' αγαπώ είν ' αλήθεια και δεν μ' αρκεί να μ' αγαπούν. Είναι η ζωή η ίδια , η αγάπη είναι μια δύναμη , όπως μια δύναμη είναι κι ο θάνατος και πόσο ευχάριστα δεχόμαστε και το θάνατο αυτό όταν μας τον δίνει η αγάπη..».
Σημάδεψε τη Μαρία Πολυδούρη ο Κ. Καρυωτάκης κι ας ήταν δυο κόσμοι διαφορετικοί. Γεμάτη ζωή η Μαρία Πολυδούρη, πλήρης θανάτου ο Καρυωτάκης. Κοινό τους σημείο η μοναξιά και η ποίηση. Εκείνη τον αγαπά με έναν έρωτα εξιδανικευμένο, ανέφικτο όνειρο αφού εκείνος την απομακρύνει.
«Μόνο γιατί μ' αγάπησες»
Το ποίημα ανήκει στη συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν» που εκδίδεται το 1928, όταν η Μαρία Πολυδούρη έχει επιστρέψει από το Παρίσι και συνεχίζει τη νοσηλεία της, από το νοσοκομείο Charite στο νοσοκομείο «Σωτηρία» της Αθήνας.
Η συλλογή αποτελείται από τέσσερις ενότητες ποιημάτων : «Χαμόγελα», «Ξεφάντωμα», «Ο μοιραίος δρόμος», «Οι τρίλιες που σβήνουν».
Το «Μόνο γιατί μ' αγάπησες» ανήκει στην ενότητα, που χάρισε και τον τίτλο σ' όλη τη συλλογή, «Οι τρίλιες[3] που σβήνουν». Ανήκει η Μαρία Πολυδούρη στη νεορομαντική σχολή, η οποία στηρίχθηκε σε ρομαντικές και συμβολιστικές καταβολές και επεδίωξε την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της παραδοσιακής ποίησης τονίζοντας ιδιαίτερα το λυρικό στοιχείο του στίχου.
«Ολόκληρη η ποιητική της, ορμεμφυτική και αναδιοργάνωτη κατά τα άλλα, στηρίζεται στους εκφραστικούς τονισμούς και γενικότερα στην ηχητική εκφραστικότητα του στίχου. Οι τονισμοί διαγράφουν τις διακυμάνσεις και τις αποχρώσεις του αισθήματος, και το αίσθημα δίνει τον προσωπικό χαρακτήρα στη φωνή της και απηχεί το συναισθηματικό κλίμα της εποχής.» (Κ. Στεργιόπουλος, «Περιδιαβάζοντας» Τόμος Α, σελ 161, εκδόσεις Κέδρος, Αθ. 1982)
Η Μαρία Πολυδούρη «έζησε σύμφωνα με τις αρχές της και στην ποίηση της άφησε να περάσει μόνον ό,τι επέτρεπε η ποιητική συνταγή : του νεορομαντισμού το πάθος για ζωή, το πάθος για τον έρωτα, τη συντριβή για ό,τι δεν έζησε, τη φθαρτότητα, τη σκιά θανάτου, τον ίδιο το θάνατο. Οτιδήποτε άλλο θεωρούνταν αντιποιητικό..». (Μ. Πολυδούρη, Άπαντα, Τ. Μενδράκος, Εισαγωγή, σελ. 14, Αστέρι, Αθήνα 1982)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.