Pages

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Ο επαίτης - Ρένα Μ. Πέτρου

Σε κάποια άκρη

ένας επαίτης καθισμένος

το χέρι απλώνει

σε κόσμο άδειο από ζωή.

Δεν κάνει σκέψεις

για την άχαρη ζωή του,

ούτε τον νοιάζει

τι θά'χει αύριο συμβεί.

Μα καθισμένος στη γωνιά

αυτή του δρόμου

βλέπει μια θλίψη σ'όλους

τους περαστικούς.

Κι αυτό τον κάνει

ακόμη πιο δυστυχισμένο

γιατί ελπίδα

έπαιρνε απ'αυτούς.

Προσφορά - Γιάννης Ρίτσος


 


-Στὸν φίλο μου Κώστα Γκοβόστη
 
 
 
 
δέλφι
ἐδῶ βαθειά μου ἀνθίζει
ἕνας κῆπος γιὰ σένα.

Καθὼς ἔπεφτε ἡ βροχὴ
καὶ δὲν ἦταν ἕνα πράσινο φύλλο
γιὰ νὰ μὲ μάθει πῶς χαμογελοῦνε
ἐσὺ χτύπησες τὸ τζάμι μου
καὶ μοὔβαλες κρυφὰ καὶ σιωπηλὰ
στὴν ἔρημη παλάμη
τοὺς σπόρους τῆς ἀγάπης.

Εἶναι δικός σου ὁ κῆπος μου.

Πόσο κρύωνα τότε!

Σὰ χελιδόνι
μουσκεμένο ἀπ᾿ τὴ βροχή,
ποὺ δὲν πρόφτασε νὰ φύγει
κρυμμένο κάτω ἀπ᾿ τὴ γαλάζια ὀμπρέλλα
τῆς Ἄνοιξης,
δίπλωνα τὰ φτερά μου
καὶ σώπαινα.

, μήτε τὸ τραγούδι
δὲ μποροῦσε νὰ ντύσει
τὴ γύμνια μου.

ναψες τὴ λάμπα
μὲ τὸ τριανταφυλλὶ ἀμπαζοὺρ
καὶ μὲ τάϊσες τρυφερὰ
μέσα στὴ φούχτα σου.

Τὸ φῶς ἐμύριζε λουλούδια
καὶ νοτισμένη χλόη ἀγροῦ.

Τὰ φοβισμένα μάτια μου
πίναν τὸν οὐρανὸ
μέσα στὰ μάτια σου.

Μ᾿ ἔμαθες νὰ χαμογελῶ.

Μὲ τὸ χαμόγελό μας
φέραμε πάλι τὴν Ἄνοιξη
κι᾿ ἀπ᾿ τὰ χρυσὰ μαλλιά της
πλέκουμε δαχτυλίδια
γιὰ τὰ λεπτά μας δάχτυλα.

θῶοι, ἀθῶοι σὰν παιδιὰ
παίζουμε μὲ τὰ κρόσια τοῦ φωτός.

Η φωνή - Λουκάς Λιάκος


Γράφω για το σπίτι στο φωτεινό ορίζοντα
για τη φωνή του που μας κάλεσε και ήταν σίγουρη
μες στον αλαλαγμό της μπόρας φωνή που έσβηνε
πάνω στις πλάκες και στα άσπρα μνήματα
έπλυνε το χαμόγελο χωμάτινα την άγνοια
στοργή, φωνή στοργής σημάδι, ζωντανά χείλια
μας καλωσόρισαν
περήφανες ορδές δικαιοσύνης
πράσινες σγουρές ελευθερίες σε τριανταφυλλιά κλουβιά
αγριεμένα ωραίες, πόθοι στην αρχή τους
καμπάνες σήμαναν την ανήλικη άνοιξη
εδώ είναι τα πεύκα μας χιλιάδες
είναι τα χρυσάνθεμα κρύα λουτρά
ας έρθουν τα περιστέρια ένοχα να σκύψουν
ας πιουν απ’ το νερό της αβύσσου.









Πηγή: loukasliakos.blogspot.com

Είναι η Φύσης μου Σωκρατική - Σωκράτους Δαιμόνιο (Δημήτρης Μούχας)

Είναι η Φύσης μου Σωκρατική...
Του Διόνυσου είμαι εγώ παιδί
μέσα στην έκσταση γυρνώ
κι' όλα τα κάνω ρημαδιό...
Είναι το τίμημα βαρύ
κλεισμένος να 'σαι φυλακή
να διαισθάνεσαι τι θα συμβεί
πάλι να κλείνεσαι...
κατάματα να κοιτάζεις την πληγή...

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Είσαι η γη και ο θάνατος - Cesare Pavese


Είσαι η γη και ο θάνατος.
Η εποχή σου είναι το σκοτάδι και η σιωπή.
Δεν ζει τίποτε που να είναι πιο μακριά
από το γλυκοχάραμα όσο εσύ.

Όταν φαίνεται πως ξυπνάς
είσαι μονάχα πόνος,
τον έχεις στα μάτια και στο αίμα
αλλά εσύ δεν αισθάνεσαι. Ζεις
όπως ζει μια πέτρα,
όπως το σκληρό χώμα.
Και σε ντύνουνε όνειρα,
κινήσεις, αναφιλητά
που εσύ αγνοείς. Ο πόνος
όπως το νερό μιας λίμνης
τρέμει και σε κυκλώνει.
Είναι κύκλοι στο νερό.
Εσύ τους αφήνεις να διαλυθούν.
Είσαι η γη και ο θάνατος.








Πηγή: "Cesare Pavese, Τα ποιήματα", εκδόσεις Printa

Μετάφραση: Γιάννης Η. Παππάς

Ασήμαντη Γραφή - Ελένη Τομπέα (Word Chimes)


Είναι στιγμές που σα ποιητής μιλά 
Κρατά σφικτά στο χέρι τη γραφίδα
Με μάτια υγρά, πόνο και αδημονιά

Βαδίζει αργά με σθεναρή περπατησιά
Σαν γυροφέρνει στο μυαλό μου
Πάτημα βαρύ, τις σκέψεις να μετρά
 
Και φωνάζει με επιμονή
όταν αλλάζω εκδοχή 
και μετανιώνω
 
Να με κρατήσει προσπαθεί
στο δρόμο εκείνο που'χει βρει
...δεν είν'δικός μου

Είναι αυτού του ποιητή
με την ασήμαντη γραφή
που έχω εντός μου
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Γλάρος - Β.Α.


Γλάρος μέσα στο γαλάζιο

τον κοιτάζω τον κοιτάζω.

 

Μες τη θάλασσα αλαργεύει

και τα κύματα χαιδεύει.

 

Σ'ουρανό φτερούγα δείχνει

με βουτιές κάτω τη ρίχνει

 

Κύμα αέρας στ'ακρογιάλι

φεύγει από το περιγιάλι.

 

Και τραβάει αλαργινά

καπετάνιος στα βουνά.

 

Λίγο κάθεται γυρίζει

στ΄αλμυρό νερό που ορίζει.

 

Στης πατρίδας του τον τόπο

στης ψαροβουτιάς τον τρόπο.

Ξεκινώντας τη μέρα με Arthur Clarke...

Μερικές φορές σκέφτομαι ότι είμαστε μόνοι μας στο Σύμπαν και άλλες ότι δεν είμαστε. Σε κάθε περίπτωση, η ιδέα είναι συγκλονιστική.

Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Βοήθεια! - Nicanor Parra


Δεν ξέρω πώς βρέθηκα εδώ:
Ετρεχα πανευτυχής
Με το καπέλο στο δεξί μου χέρι
Πίσω από μια πεταλούδα φωσφορίζουσα
Που μ' έκανε τρελό από χαρά
Και ξάφνου γκαπ σκοντάφτω
Και δεν ξέρω τι έγινε ο κήπος
Το σκηνικό άλλαξε εντελώς:
Αίμα κυλά από το στόμα και τη μύτη μου.
Ειλικρινά δεν ξέρω τι συνέβη
Ή σώστε με αμέσως
Ή φυτέψτε μου μια σφαίρα στον αυχένα.





Ποίημα από τη συλλογή «Ποιήματα επείγουσας ανάγκης»,
εισ.-μτφρ.: Αργύρης Χιόνης, Eκδόσεις Γαβριηλίδης 2008
 
 
 
 
 
 
 
 

Ο γάμος που δεν έγινε - Μίλτος Σαχτούρης


Ὁ θλιβερὸς γάμος ποὺ δὲν ἔγινε
ἀναποδογύρισαν τὰ βάζα
σπάσαν τὰ λουλούδια
τὰ στέφανα πῆραν φωτιὰ
καὶ τὰ πετροβολῆσαν μὲ κουφέτα.









Πηγή

Πορφυρό σήμερα - Κρυσταλλίδου Κόνι


Δραπετεύω απ'την ένδεια της σκέψης
απ' τους άνυδρους χάρτινους ήλιους μου
καταφεύγω στα αλλόκοτα μπορώ..
στις υπερβάσεις του φόβου..των παθών..
στην πορφυρή αιωνιότητα του σήμερα...

Ζούσα μέσα στα θέλω - Τίνα Μέμου


Πάρε με αγκαλιά γιατί φοβάμαι

Τα φαντάσματά μου δεν έχουν χαθεί ακόμα

Μείνε σε παρακαλώ,έστω για το βράδι.

Κρυώνω

Η σκέψη μου είναι αχαλίνωτη,η ταχύτητά της τρομακτική

Το ίδιο και ο πόνος μου

Θα τρελαθώ σου λέω

Άσε με να αφεθώ

Σε αυτό το ψεύτικο όνειρο

Και όπου με βγάλει

Μη με κρατάς

 

Αρκέστηκα πολύ σε αυτή τη συνθήκη

Σ’αυτή που με έβαλες εσύ

και βασίστηκα σε σένα

Ώσπου κατάλαβα ότι όλα ήταν  ψεύτικα

Με ξεγέλασες

Με κράτησες όσο ήθελες

Για να τονώσεις το Εγώ σου

Ξεκινώντας τη μέρα με Πλίνιο...

Όσο συχνά και αν τους έχεις κάνει μια χάρη, αν τους αρνηθείς μια φορά, θα τα ξεχάσουν όλα και θα θυμούνται την άρνησή σου.

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Είναι ψυχές που έχουνε - Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα


Είναι ψυχές που έχουνε
γαλάζια αστέρια,
μαραμένα πρωινά
ανάμεσα στου χρόνου τα φύλλα,
και κόχες αγνές
που φυλάνε μια παλιά
μουσική νοσταλγίας
κι ονείρων.

Άλλες ψυχές ...έχουν
φαντάσματα πονεμένα
από τα πάθη. Καρπούς
με σκουλήκια. Αντίλαλους
από βασανισμένες φωνές
που έρχονται από μακριά,
όπως το ρέμα από ίσκιους.
Αναμνήσεις μάταιες, από κλάμα
και ψίχουλα από φιλιά.


Η ψυχή μου είν' ώριμη,
πάει πολύς καιρός,
και βουλιάζει
θολή από μυστήριο.
Λιθάρια της νιότης
που τα κατατρώει τ' όνειρο
πέφτουνε στα νερά
των λογισμών μου.
Κάθε λιθάρι λέει:
"Ο Θεός είναι πολύ μακριά!"
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Τρία ποιήματα του Δημήτρη Μούχα (Σωκράτους Δαιμόνιο)

1Το πλήρωμα ήρθε

Το πλήρωμα ήρθε
η ανεργία σου χτύπησε την πόρτα
αναδρόμησε τα περασμένα...
τί παρατηρείς;
Ποιός σου φταίει τώρα;
Αποδέξου το και προχώρα.

2 Άτιτλο (Προς ανερχόμενους γραφιάδες σαν κι εμένα)

Ανέραστα λόγια
τεχνικές αποσιώπησης
σκέψεις καθημερινές, οικείες
η έπνευση χάθηκε
την καρδιά ο νους κατέλαβε
χάθηκε η ποίησης
στου εμπορίου τ' όνομα.

Σταμάτα να γράφεις μηχανικά...


3 Κριτική
 
 
Την επόμενη φορά
που τ' άγνωστο θ' ανταμώσεις
να θυμηθείς να κλίσεις
της κρίσεως τον διακόπτη
άρνηση να μην γνωρίσεις
και φύγεις πάλι θυμωμένος....

Δύο ποιήματα του Δημήτρη Αγαθοκλή από τη συλλογή "Άφεσις"



ΧΑΡΤΟΠΑΙΞΙΑ

 
Πετάω τὶς μέρες σὰν τραπουλόχαρτα
στὸ ἀμυδρὸ ϕῶς — δὲν ἔχω ϕύλλο.
Παίζω τὸ μέλλον μου, χάνω
παίζω τὸ παρελθόν μου, κερδίζω.
Στὸ παρόν; Ἀφήνω τὶς κάρτες καὶ πιάνω
τὸ κέντημα τῆς γιαγιᾶς.

Ἀνάμεσα σὲ δυὸ μπλόφες κλώθω
τὴ ζωή μου.
 
 
 
ΕΞΟΔΟΣ
(κατακλιθῆναι ἐν κόσμῳ)
 
Τώρα ποὺ ϑὰ πεθάνω
ϕρόντισε γιὰ μεγάλη ϕωτιά, σὰν ἥλιος
ἐκεῖ νὰ μ’ ἀποθέσεις
πάρε τὴ στάχτη μου ἀλάλαξε ϕύσηξέ τη μακρυά.
Ὅπως σκόρπισα τὴ ζωὴ ἂς σκορπίσω
καὶ τὸν ϑάνατο.
 
 
 
 
Δημήτρης ἈγαθοκλῆςἌφεσις
 

Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Ἀγαπάω- Νίκος Καββαδίας

* Το παρακάτω ποίημα δὲν ἐντάχθηκε σὲ κάποια ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Νίκου Καββαδία ἀλλὰ δημοσιεύθηκε σὲ διάφορα ἔντυπα.


Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.

Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.

Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.

Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.

Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.

* Περιοδικὸ τῆς Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐγκυκλοπαίδειας,
τοῦ Παύλου Δρανδάκη, ἀρ. 173, 10 Μαρτίου 1929.


Πηγή

40 χρόνια από τον θάνατο του Πάμπλο Πικάσο

Σήμερα 8 Απριλίου συμπληρώνονται 40 χρόνια από τον θάνατο του του μεγάλου αυτού ζωγράφου. Πρόκειται για έναν από τους ''ιδρυτές'' του κυβισμού αλλά και της μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης.

Πέθανε σε ηλικία 92 ετών και η προσφορά του στην τέχνη τεράστια.

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Συνοδεύοντας τη μοναξιά - Ku Sang


Είμαι μονάχος.
Υπάρχει ένας τοίχος που δέν μπορώ να τον περάσω.
Υπάρχει ένα ποτάμι που δέν μπορώ να διασχίσω.
Υπάρχει μια απόσταση που δέν μπορώ να την μετρήσω.

Είμαι μαζί σου.
Το κέντημά σου βρίσκεται στα ρούχα μου,
ο ιδρώτας σου υπάρχει στην τροφή μου
και η καρδιά σου είνʼ το σπιτικό μου.

Είμαι μονάχος,
Μα δέν είμαι μόνος.

Γιʼ αυτό θα πρέπει να τηρούμε
ισορροπία κι αρμονία
στη ζήση και των δυό μας.








Πηγή: http://www.poiein.gr/archives/8865/index.html

Η Αγράμπελη - Αριστοτέλης Βαλαωρίτης


Λέγ᾿ ἡ ἀγράμπελη μυριανθισμένη,
στὸν ἄγριο πλάτανο ποὺ τὴ θωρεῖ
καὶ μὲ τὸν ἴσκιο του συχνοδιαβαίνει
πάντοτ᾿ ἐπάνω της, βράδυ κι αὐγή:

«- Δένδρο περήφανο, μέσ᾿ τὸν ἀγέρα
τὰ φύλλα, οἱ κλῶνοι σου θρασομανοῦν·
βρίσκεις στενόχωρη τώρα τὴ σφαῖρα;
Τ᾿ ἄστρα τὰ σύγνεφα δὲ σὲ χωροῦν;

»Τρέχει στὴ ρίζα σου νεράκι κρύο
βυζαίνεις ἄκοπα τὴν καταχνιά,
κι ἐμένα ζήλεψες σὺ τὸ θηρίο,
γιατί μ᾿ ἐπότιζε λίγη δροσιά;

»Τί θέλεις πλάτανε, τί μοῦ γυρεύεις;
Διῶξε τὸν ἴσκιο σου κι εἶμαι μικρή.
Τ᾿ ἄνθη μου ἐπάγωσαν, μὴν τὰ παιδεύεις,
ἄσ᾿ τον τὸν ἥλιο μου νὰ τὰ χαρεῖ...»

«- Ξανθή μου ἀγράμπελη, τί μὲ φοβᾶσαι;
Θέλεις νὰ σέρνεσαι πάντα ὀρφανή,
μονάχη σου ἔρημη τὴ νύχτα νἆσαι,
νἄχεις κρεβάτι σου λιθάρια, γῆ;

»Τ᾿ ἄνθη ζευγάρωσε μὲ τὴν ἀνδρειά μου,
γένου βασίλισσα κι ἐγὼ θρονί,
στηλώσου ἐπάνω μου..., στὴν ἀγκαλιά μου
κάθε ἄλλο λούλουδο θὰ σὲ φθονεῖ...»

Τὴν ἐξεγέλασε τ᾿ ἄγριο πλατάνι,
τὴν ἐπερίπλεξε μέσ᾿ τὰ κλαριά....
Τί κρῖμα, πὤδωκες, ξανθὸ βοτάνι,
γιὰ λίγο ψήλωμα τὴν παρθενιά!

Φτωχὴ κι ἀνύπανδρη στὴν ἐρημιά σου
μοὔτανε τ᾿ ἄνθη σου κρυφὴ χαρά·
Τώρα θ᾿ ἁρπάζουνε τὴ μυρωδιά σου
τὰ νέφη κι ὁ ἄνεμος ποὖσαι κυρά.







Πηγή

Πικραλίδας αγάπη - Β.Α.



Βλέπω τον Τάφο μου βαθιά σκαμμένο μες τα χρόνια

Παντέρμο και μοναχικό λησμονημένο απ’ όλους

Ναν’ τον Απρίλη πράσινος Δεκέμβρη να χει χιόνια

Ιούλη αστεροφώτιστο στων ουρανών τους θόλους

 

Κι η ζήση μου κι ό, τι έκανα θα με θυμούνται τάχα

Ό, τι αγάπησα και γω μ’ αγάπησε και κείνο !

Θα με ξεχάσουν !Τ’ άψυχα τη μνήμη μου μονάχα

Θα την κρατούν σε ιερής σιωπής το άσπρο κρίνο.

 

Η πέτρα όπου κρύφτηκα στο παιδικό παιχνίδι

Γριά βρυσούλα παλιακιά με λιγοστό νεράκι

Βουνοκορφή που φόραγε φεγγαροδακτυλίδι

Και δροσερό καλοκαιριού σε διάσελο αεράκι.

 

Τίμιας γενεάς μιας παλιακιάς απόγονος αηδόνι

Γόνοι άλλοι από παλιά που αγκιλώναν  βάτα

Οργανοπαίχτης ! Συγγενής της νύχτας το τριζόνι

Και των ονείρων πρώτη μου χορταριασμένη στράτα.

Νυχτερινά - Γιώργος Η. Παγωνάκης


Χαιρετίζω ανοίγοντας διάπλατα στο φως του ερέβους τις
νυχτερινές κουρτίνες των ματιών μου και αυτό το βράδυ.
Ξενυχτάω κιόλας από τα πρώτα πρωινά και απογεύματα του
χειμώνα...Έχω ξεχειμωνιάσει και στα κολασμένα και ιδρωμένα
χώματα της παράλογης αφεντιάς σου...
Κινδυνεύω να εγκλωβιστώ σε στυφές ανάσες πολλών μποφόρ.
Χέρια και σωσίβια μάλλον περιττεύουν...
Μένουν προσκολλημένα στις βάσεις τους,
μόνον με ακρωτηριασμό θα βοηθούσαν την αισθηματική
θαλασσοταραχή εδώ μέσα στο κενό...
Μόλις ξεβραστώ να είσαι σίγουρη πως θα τσαμπουκαλευτώ για
ένα δωματιάκι, να πληρώσω, να περάσουμε το βράδυ.

-Εγώ με την αλμύρα
-Εγώ με την απελπισία των ματιών σου...
-Θα σε φτύνω γλυκόλογα πριν σε αγγίξω
-Θα σε προκαλώ μέχρι να με λυγίσεις...
-Λυπάμαι για τα λόγια που δεν θα ξημερωθούν και γι' αυτά
που θα πιάσουν πάτο στο επόμενο λιμάνι.

(λιγμούς και ουρλιαχτά φόρα γι' απόψε μόνον)...

Γδύσου το χαμόγελο
κι απλά αγκάλιασε το ατροφικό μου στέρνο-
οξυγόνο από την φουσκωμένη καρδιά μου...
-Τα αισθήματα, φυλακισμένα, σπάνε τον θώρακα
και επιτίθενται στο μυαλό σου...
τι θες πάλι...;

(«ατέλειωτη ανάγκη αυτή η περιέργεια...»)

Η άσχημη πεταλούδα είναι η νυχτερίδα,
η νυχτερίδα δεν θα' ναι ποτέ ταπεινή πεταλούδα...