Θα ξεκινήσω τον απολογισμό από τον Γιοάχιμ, κόντρα σε αυτούς που τον αφήνουν τελευταίο, για να υμνήσω τον άνθρωπο που αποτέλεσε την αφορμή της αφετηρίας τούτης της καταπληκτικής ιστορίας. Θυμίζω πως ο Γιοάχιμ είναι ο φυματικός εξάδελφος που επισκέφτηκε αρχικά ο ήρωάς μας στο Μαγικό Βουνό. Άνθρωπος απολύτως προσηλωμένος στην ανάγκη να εκπληρώσει το χρέος του, άνθρωπος που επιθυμεί διακαώς να αποθεραπευτεί, όχι για να σώσει τον εαυτό του, αλλά για να επιστρέψει στην καριέρα του αξιωματικού, αποφασίζει (ως άλλος αντάρτης) να αναχωρήσει - άρρωστος ακόμη - από το Βουνό ενάμιση χρόνο μετά τη διαμονή του σε αυτό, ένα χρόνο μετά τη διαμονή του Χανς Κάστορπ. Γίνεται επομένως κατά μίαν έννοια ο Γιοάχιμ, αν και ο πιο συμβατικός χαρακτήρας του βιβλίου, ο άνθρωπος που εναντιώνεται πρώτος στους Μίνωα και Ραδάμανθυ (η κα Σωσά που πηγαινοέρχεται στο Μπέργκχοφ, η πλέον επαναστατική, δεν παύει να επανέρχεται)...
Και ο άμοιρος ξάδερφος επιστρέφει μία και μοναδική φορά για να εκπληρώσει το πεπρωμένο πολλών αρρώστων του Μαγικού Βουνού: "Να είστε καλός μαζί του αυτές τις έξι, οκτώ βδομάδες. Αφεθείτε στη φυσική σας αθωότητα, θα είναι το καλύτερο" (γιατί πράγματι αυτή ήταν η ιδιοσυγκρασία του Χανς)...και ακόμη "Ο Γιοάχιμ πήγαινε δίπλα του με σκυμμένο το κεφάλι. Κοιτούσε χάμω σαν να παρατηρούσε το χώμα. Ήταν τόσο παράξενο: περπατούσε εδώ, καθαρός και περιποιημένος, χαιρετούσε περαστικούς με το δικό του ιπποτικό τρόπο, πρόσεχε την εμφάνισή του και τους καλούς του τρόπους όπως πάντα - και ανήκε στο χώμα". Μόνον ο Τόμας Μαν θα μπορούσε να το θέσει τόσο εύστοχα το πράγμα... Από εκείνη τη στιγμή και στο εξής ο χρόνος για τον μοναχικό πια Χανς Κάστορπ κυλά πολύ πιο γρήγορα. Πρόκειται για μιαν ακατανόητη σχετικότητα που παρουσιάζει η καμπυλότητα του χρόνου, τόσο παράξενη, τόσο απρόσιτα επιστημονική, τόσο προσωπικά ψυχογραφική, που τον καθηλώνει στο Μπέργκχοφ για πολλά ακόμη χρόνια.
Οι Σεττεμπρίνι και Νάφτα από την άλλη πλευρά δεν είναι - κατ' εμέ - πρόσωπα που τα φαντάζεται κανείς αναγκαστικά με σάρκα και οστά. Αποτελούν περισσότερο ιδέες και σκέψεις, ιδεολογίες και θρησκευτικές ή άλλου είδους αναζητήσεις που παλεύουν στο μυαλό του ήρωα να τον κατακτήσουν. Το τέλος ενός εκ των δύο, κυρίως δε ο τρόπος με τον οποίο ο Τόμας Μαν επιλέγει να δώσει αυτό το τέλος, είναι στην ουσία η αποδοχή της μίας άποψης και η απόρριψη της αντίθετης. «Πρόσεξα πάρα πολύ τα λόγια τους, όπως βλέπεις μα δεν τα κατάλαβα όλα, βρήκα αντίθετα πως η σύγχυση που έβγαινε από όσα έλεγαν ήταν πολύ μεγάλη» έλεγε ο Χανς προσπαθώντας να κλίνει προς τη μία ή την άλλη πλευρά, πριν τελικά καταλήξει. Το πρόσωπο που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι αυτό που εμφανίζεται προς το τέλος του βιβλίου: Ο Μυνχέερ Πέπερκορν. Ολλανδός έποικος της Ιάβα, καλλιεργητής καφέ που συνηθίζει να μιλά για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο έρχεται να δώσει ρυθμό και ταμπεραμέντο στην αφήγηση. Αντιπαθής γίνεται όμως από την πρώτη στιγμή, καθώς η άφιξή του ταυτίζεται με την επάνοδο της κας Σωσά. Είναι ο νέος της εραστής, χειμαρρώδης, διαχυτικός, θεός Πάνας που σπέρνει τον αναμενόμενο πανικό, μορφή διονυσιακή που για όλους αυτούς τους λόγους προκαλεί τη δυστυχία του Χανς Κάστορπ. Η γερμανική του τυπικότητα βεβαίως δεν του επιτρέπει να αντιδράσει, τα συναισθήματά του καταπιέζονται, όμως και αυτό αποτελεί τελικά την αφορμή για να κερδίσει τον έρωτα του ρωσικού πειρασμού του, την ίδια στιγμή που ο Πέπερκορν επιλέγει το θάνατο μπροστά στις τραγικές συνέπειες που εξαφανίζουν τη σεξουαλική του ικανότητα (ή δυνατότητα).
Αποφεύγοντας να κάνω λόγο για φιλοσοφικά ρεύματα (σε αυτά θα δώσω μεγαλύτερη βάση στη δεύτερη ανάγνωση του βιβλίου - μεγαλεπήβολο σχέδιο) που διαφαίνονται σε όλο το βιβλίο, αποφεύγοντας να κάνω λόγο για τον επικείμενο Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφάσισα να κρατήσω την καθαρά ανθρώπινη πλευρά αυτού του βιβλίου που δεν είναι τίποτε άλλο τελικά παρά ένας ύμνος για τη ζωή, κι ας είναι η θεματική του η αρρώστια και ο θάνατος. Γιατί η αρρώστια και ο θάνατος αναγκάζουν τον άνθρωπο να κάνει μιαν ειδική μεταστροφή στο είναι του, να απελευθερώσει τον εαυτό του από δεσμά, να ζήσει πραγματικά λίγο πριν το τέλος. Ποιο είναι το τέλος του Χανς Κάστορπ, φίλε αναγνώστη, αυτό πρέπει να το ανακαλύψεις μόνος.
Και ο άμοιρος ξάδερφος επιστρέφει μία και μοναδική φορά για να εκπληρώσει το πεπρωμένο πολλών αρρώστων του Μαγικού Βουνού: "Να είστε καλός μαζί του αυτές τις έξι, οκτώ βδομάδες. Αφεθείτε στη φυσική σας αθωότητα, θα είναι το καλύτερο" (γιατί πράγματι αυτή ήταν η ιδιοσυγκρασία του Χανς)...και ακόμη "Ο Γιοάχιμ πήγαινε δίπλα του με σκυμμένο το κεφάλι. Κοιτούσε χάμω σαν να παρατηρούσε το χώμα. Ήταν τόσο παράξενο: περπατούσε εδώ, καθαρός και περιποιημένος, χαιρετούσε περαστικούς με το δικό του ιπποτικό τρόπο, πρόσεχε την εμφάνισή του και τους καλούς του τρόπους όπως πάντα - και ανήκε στο χώμα". Μόνον ο Τόμας Μαν θα μπορούσε να το θέσει τόσο εύστοχα το πράγμα... Από εκείνη τη στιγμή και στο εξής ο χρόνος για τον μοναχικό πια Χανς Κάστορπ κυλά πολύ πιο γρήγορα. Πρόκειται για μιαν ακατανόητη σχετικότητα που παρουσιάζει η καμπυλότητα του χρόνου, τόσο παράξενη, τόσο απρόσιτα επιστημονική, τόσο προσωπικά ψυχογραφική, που τον καθηλώνει στο Μπέργκχοφ για πολλά ακόμη χρόνια.
Οι Σεττεμπρίνι και Νάφτα από την άλλη πλευρά δεν είναι - κατ' εμέ - πρόσωπα που τα φαντάζεται κανείς αναγκαστικά με σάρκα και οστά. Αποτελούν περισσότερο ιδέες και σκέψεις, ιδεολογίες και θρησκευτικές ή άλλου είδους αναζητήσεις που παλεύουν στο μυαλό του ήρωα να τον κατακτήσουν. Το τέλος ενός εκ των δύο, κυρίως δε ο τρόπος με τον οποίο ο Τόμας Μαν επιλέγει να δώσει αυτό το τέλος, είναι στην ουσία η αποδοχή της μίας άποψης και η απόρριψη της αντίθετης. «Πρόσεξα πάρα πολύ τα λόγια τους, όπως βλέπεις μα δεν τα κατάλαβα όλα, βρήκα αντίθετα πως η σύγχυση που έβγαινε από όσα έλεγαν ήταν πολύ μεγάλη» έλεγε ο Χανς προσπαθώντας να κλίνει προς τη μία ή την άλλη πλευρά, πριν τελικά καταλήξει. Το πρόσωπο που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι αυτό που εμφανίζεται προς το τέλος του βιβλίου: Ο Μυνχέερ Πέπερκορν. Ολλανδός έποικος της Ιάβα, καλλιεργητής καφέ που συνηθίζει να μιλά για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο έρχεται να δώσει ρυθμό και ταμπεραμέντο στην αφήγηση. Αντιπαθής γίνεται όμως από την πρώτη στιγμή, καθώς η άφιξή του ταυτίζεται με την επάνοδο της κας Σωσά. Είναι ο νέος της εραστής, χειμαρρώδης, διαχυτικός, θεός Πάνας που σπέρνει τον αναμενόμενο πανικό, μορφή διονυσιακή που για όλους αυτούς τους λόγους προκαλεί τη δυστυχία του Χανς Κάστορπ. Η γερμανική του τυπικότητα βεβαίως δεν του επιτρέπει να αντιδράσει, τα συναισθήματά του καταπιέζονται, όμως και αυτό αποτελεί τελικά την αφορμή για να κερδίσει τον έρωτα του ρωσικού πειρασμού του, την ίδια στιγμή που ο Πέπερκορν επιλέγει το θάνατο μπροστά στις τραγικές συνέπειες που εξαφανίζουν τη σεξουαλική του ικανότητα (ή δυνατότητα).
Αποφεύγοντας να κάνω λόγο για φιλοσοφικά ρεύματα (σε αυτά θα δώσω μεγαλύτερη βάση στη δεύτερη ανάγνωση του βιβλίου - μεγαλεπήβολο σχέδιο) που διαφαίνονται σε όλο το βιβλίο, αποφεύγοντας να κάνω λόγο για τον επικείμενο Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφάσισα να κρατήσω την καθαρά ανθρώπινη πλευρά αυτού του βιβλίου που δεν είναι τίποτε άλλο τελικά παρά ένας ύμνος για τη ζωή, κι ας είναι η θεματική του η αρρώστια και ο θάνατος. Γιατί η αρρώστια και ο θάνατος αναγκάζουν τον άνθρωπο να κάνει μιαν ειδική μεταστροφή στο είναι του, να απελευθερώσει τον εαυτό του από δεσμά, να ζήσει πραγματικά λίγο πριν το τέλος. Ποιο είναι το τέλος του Χανς Κάστορπ, φίλε αναγνώστη, αυτό πρέπει να το ανακαλύψεις μόνος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.